Είναι εξ ορισμού δύσκολο να συνηθίσεις στην ιδέα ότι για τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια, τουλάχιστον, θα βλέπεις τα εισοδήματά σου σταθερά και σταδιακά να μειώνονται. Είναι απείρως τρομακτικό για πολλά απ’ τα επόμενα χρόνια της ζωής σου να παρακολουθείς όσα έχτισες με κόπο και μεράκι να θυσιάζονται στο βωμό της λιτότητας. Είναι ακραία απελπιστικό για το παραγωγικότερο διάστημα της ζωής σου να παρατηρείς πως κανένα σου όνειρο δεν διεκδικεί πιθανότητα πραγματοποίησης.
Αλλά πώς, πώς θα αντέξεις να ζήσεις μια ζωή, που τώρα ξεκινά, ως το τέλος της χωρίς τίποτα και κανείς να γεννά την παραμικρή ελπίδα ότι θα έρθουν και καλές μέρες; Πώς θα επιβιώσεις και πώς θα αποδεχθείς ότι καθημερινά θα βλέπεις να δολοφονούνται όλα όσα μαστορικά ονειρεύτηκες ότι θα έχουν θέση στην κοινωνία σου και τον κόσμο σου;
Ας αφήσουμε για λίγο στην άκρη τις ρομαντικές υπερβολές περί υπάρξεως ελπίδας στην κοινωνία μας και ας κάνουμε μερικές, ει δυνατόν, αντικειμενικές σκέψεις. Κατ’ αρχάς, στον πόλο της πολιτικής. Διανύουμε, υποτίθεται, περίοδο «ξεκαθαρίσματος» πολιτικού προσωπικού και σκηνικού. Πάρα ταύτα, το κόμμα, που μιντιακά προδικάζεται ως ενσαρκωτής της επόμενης λαϊκής εντολής στις κρισιμότερες κάλπες της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, μέσα σε δύο χρόνια αυτό το κόμμα από τον σκληρό αντιμνημονιακό πυρήνα – ασκώντας το νέο πολιτικό σπορ της «κωλοτούμπας» - μετατρέπεται στον θερμότερο υποστηρικτή της. Επιπλέον, εμπλουτίζει το προσωπικό του στελεχώνοντάς το με έναν ανάξιο εθνικιστικό πνεύμονα των τηλεοπτικών παραθύρων και έναν «τσεκουράτο» σοβινιστή.
Την ίδια περίοδο, όλοι ανεξαιρέτως οι αρχιμάστορες των συμφορών μας συνεχίζουν να έχουν τα αξιώματά τους και να μπουρδολογούν ενοχλώντας σαν κακές μύγες τα αυτιά μας. Εκ πολιτικού στίβου, μηδενική παραγωγή ελπίδας.
Στον πόλο της Οικονομίας. Στερούμενος παντελώς χρηματοοικονομικών γνώσεων, θεωρώ ότι η καθημερινότητα είναι αδιάψευστος μάρτυρας της επικρατούσας κατάστασης. Οι επιχειρηματίες τείνουν να ξεχάσουν ότι αυτή είναι η δουλειά τους, καθώς πλέον τους προσφέρει μόνο χαρτζιλίκι. Όλα τα αγαπημένα μου κεντρικά και συνοικιακά μαγαζιά έχουν λουκετοποιηθεί. Η ανεργία έχει αναχθεί σε καθημερινό εφιάλτη του 42% των εργαζομένων. Πρωτοβουλίες, ανάπτυξη, τουρισμός συναποτελούν τον κύκλο των χαμένων οικονομικών ονείρων. Τέλος, το νέο Μνημόνιο επιμένει στη συνταγή λιτότητας και περικοπών που παγκοσμίως έχει αποδειχθεί η πλέον ατελέσφορη οικονομική τακτική ενισχύοντας και πάλι τα σενάρια που μας θέλουν πειραματόζωα. Εξ Οικονομίας, χλωμές ελπίδες.
Στον πόλο του Κράτους ή της Διοίκησης, νομίζω ότι καλύτερος δείκτης της «αναμόρφωσης και της σκληρής δουλειάς των δημοσίων υπαλλήλων τούτες τις δύσκολες μέρες που ζούμε καθώς και εμφανέστερος μάρτυρας της εγκατάλειψης της δημοσιοϋπαλληλικής βαρεμάρας», δεν είναι άλλος από τα πρόσφατα γεγονότα στο Μουσείο της Αρχαίας Ολυμπίας, όπου μία εκ των τριών φυλάκων ήταν στο πόστο της εγκαίρως (δοθείσης της ευκαιρίας: συγχαρητήρια). Εκ κρατικής διοικήσεως, ουδεμία ελπίδα στον ορίζοντα.
Στον πόλο της κοινωνίας ή του λαού. Εδώ τα πράγματα είναι ευαίσθητα και άκρως ρευστά. Τη μεγάλη ανατροπή έχει φέρει το γεγονός ότι εν μέρει βολεμένοι και αβόλευτοι, πλουσιότεροι και φτωχότεροι έχουν μειώσει αρκετά την απόσταση μεταξύ τους, ενώ μόνοι απολαμβάνουν για λίγο ακόμη τη φούσκα της καλοζωής οι νεόπλουτοι, μία ιδιαίτερη μερίδα πολιτών. Κατά τα λοιπά, πρέπει να γίνουν δύο διαπιστώσεις: Πρώτον, όσο στο Σύνταμα κατεβαίνουν 500.000 πολίτες αντί για τρία εκατομμύρια, ποτέ καμία Βουλή δεν θα λάβει κανένα μήνυμα. Πάντα και ο Μίκης Θεοδωράκης να’ σαι θα υφίστασαι την επίδραση ενός δακρυγόνου. Δεύτερον, εάν τα 3-4 εκατομμύρια Έλληνες που έχουν αυτή τη στιγμή δουλειά, σπίτι, αυτοκίνητο, παιδιά ως δώρα της σημερινής Βουλής…δεν αντιληφθούν ότι θα μας πάρουν στο λαιμό τους αν, για να ζήσουν αυτοί, στις κάλπες ξαναψηφίσουν τους ευεργέτες τους, τότε τα υπόλοιπα 6-7 εκατομμύρια Έλληνες θα ανέβουμε στο Ζάλλογο. Εκ κοινωνίας ή λαού, αγνοφαίνεται η παραγωγή ελπίδας.
Στον πόλο των νέων ανθρώπων και ειδικότερα των φοιτητών. Αρκεί η εξής παρατήρηση: όταν τελειώνοντας το σχολείο στα 18 δεν ξέρεις πώς λέγεται το πολίτευμα της Ελλάδας και στα 19 κουνάς πανηγυρικά οποιοδήποτε παραταξιακό πανό, υπάρχει πρόβλημα. Όπως επίσης, οι εικονικές εκδηλώσεις συνειδητοποίησης και αλληλεγγύης προς τους αστέγους μέσω facebook, μόνο αστείες είναι. Οριστική έλλειψη ελπίδας.
Τέλος, αν και θεωρώ την τέταρτη εξουσία των μέσων ενημέρωσης την πιο δυναμικά στελεχωμένη και με τον βαρύτερο ρόλο στη χώρα αυτή, κρίνω άχρηστη και περιττή κάθε προσπάθεια ευρέσεως ελπίδας στον χώρο της.
Όντως, τα συμπεράσματα δεν είναι και δεν θα μπορούσαν να είναι αισιόδοξα, όσο κι αν αγαπάμε τη χώρα και την πόλη μας. Αν θέλουμε να κάνουμε κάποια βήματα που θα δώσουν ελπίδα στους εαυτούς μας, πρώτα απ’ όλα πρέπει να διαγράψουμε τον στενόμυαλο τρόπο ζωής που επέβαλε η πολιτική πραγματικότητα τις τελευταίες δεκαετίες. Να ανακτήσουμε την αξιοπρέπειά μας, τον αυτοσεβασμό μας, τη συναισθηματική νοημοσύνη μας. Να μάθουμε να προσαρμόζουμε τον εαυτό μας στη ζωή, όχι τη ζωή στον εαυτό μας.
Κυρίως, ας έχουμε μία αίσθηση συνεχούς εκκρεμότητας στους λογαριασμούς μας με τη ζωή και με τον εαυτό μας. Και να πάψουμε να είμαστε φιλέλληνες, να γίνουμε Έλληνες – αυτή τη φορά έντιμα και ειλικρινά. Εκεί ίσως υπάρχει ελπίδα και, ίσως υπάρχουν και καλύτερες μέρες, φαντάζομαι.
Αλλά πώς, πώς θα αντέξεις να ζήσεις μια ζωή, που τώρα ξεκινά, ως το τέλος της χωρίς τίποτα και κανείς να γεννά την παραμικρή ελπίδα ότι θα έρθουν και καλές μέρες; Πώς θα επιβιώσεις και πώς θα αποδεχθείς ότι καθημερινά θα βλέπεις να δολοφονούνται όλα όσα μαστορικά ονειρεύτηκες ότι θα έχουν θέση στην κοινωνία σου και τον κόσμο σου;
Ας αφήσουμε για λίγο στην άκρη τις ρομαντικές υπερβολές περί υπάρξεως ελπίδας στην κοινωνία μας και ας κάνουμε μερικές, ει δυνατόν, αντικειμενικές σκέψεις. Κατ’ αρχάς, στον πόλο της πολιτικής. Διανύουμε, υποτίθεται, περίοδο «ξεκαθαρίσματος» πολιτικού προσωπικού και σκηνικού. Πάρα ταύτα, το κόμμα, που μιντιακά προδικάζεται ως ενσαρκωτής της επόμενης λαϊκής εντολής στις κρισιμότερες κάλπες της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, μέσα σε δύο χρόνια αυτό το κόμμα από τον σκληρό αντιμνημονιακό πυρήνα – ασκώντας το νέο πολιτικό σπορ της «κωλοτούμπας» - μετατρέπεται στον θερμότερο υποστηρικτή της. Επιπλέον, εμπλουτίζει το προσωπικό του στελεχώνοντάς το με έναν ανάξιο εθνικιστικό πνεύμονα των τηλεοπτικών παραθύρων και έναν «τσεκουράτο» σοβινιστή.
Την ίδια περίοδο, όλοι ανεξαιρέτως οι αρχιμάστορες των συμφορών μας συνεχίζουν να έχουν τα αξιώματά τους και να μπουρδολογούν ενοχλώντας σαν κακές μύγες τα αυτιά μας. Εκ πολιτικού στίβου, μηδενική παραγωγή ελπίδας.
Στον πόλο της Οικονομίας. Στερούμενος παντελώς χρηματοοικονομικών γνώσεων, θεωρώ ότι η καθημερινότητα είναι αδιάψευστος μάρτυρας της επικρατούσας κατάστασης. Οι επιχειρηματίες τείνουν να ξεχάσουν ότι αυτή είναι η δουλειά τους, καθώς πλέον τους προσφέρει μόνο χαρτζιλίκι. Όλα τα αγαπημένα μου κεντρικά και συνοικιακά μαγαζιά έχουν λουκετοποιηθεί. Η ανεργία έχει αναχθεί σε καθημερινό εφιάλτη του 42% των εργαζομένων. Πρωτοβουλίες, ανάπτυξη, τουρισμός συναποτελούν τον κύκλο των χαμένων οικονομικών ονείρων. Τέλος, το νέο Μνημόνιο επιμένει στη συνταγή λιτότητας και περικοπών που παγκοσμίως έχει αποδειχθεί η πλέον ατελέσφορη οικονομική τακτική ενισχύοντας και πάλι τα σενάρια που μας θέλουν πειραματόζωα. Εξ Οικονομίας, χλωμές ελπίδες.
Στον πόλο του Κράτους ή της Διοίκησης, νομίζω ότι καλύτερος δείκτης της «αναμόρφωσης και της σκληρής δουλειάς των δημοσίων υπαλλήλων τούτες τις δύσκολες μέρες που ζούμε καθώς και εμφανέστερος μάρτυρας της εγκατάλειψης της δημοσιοϋπαλληλικής βαρεμάρας», δεν είναι άλλος από τα πρόσφατα γεγονότα στο Μουσείο της Αρχαίας Ολυμπίας, όπου μία εκ των τριών φυλάκων ήταν στο πόστο της εγκαίρως (δοθείσης της ευκαιρίας: συγχαρητήρια). Εκ κρατικής διοικήσεως, ουδεμία ελπίδα στον ορίζοντα.
Στον πόλο της κοινωνίας ή του λαού. Εδώ τα πράγματα είναι ευαίσθητα και άκρως ρευστά. Τη μεγάλη ανατροπή έχει φέρει το γεγονός ότι εν μέρει βολεμένοι και αβόλευτοι, πλουσιότεροι και φτωχότεροι έχουν μειώσει αρκετά την απόσταση μεταξύ τους, ενώ μόνοι απολαμβάνουν για λίγο ακόμη τη φούσκα της καλοζωής οι νεόπλουτοι, μία ιδιαίτερη μερίδα πολιτών. Κατά τα λοιπά, πρέπει να γίνουν δύο διαπιστώσεις: Πρώτον, όσο στο Σύνταμα κατεβαίνουν 500.000 πολίτες αντί για τρία εκατομμύρια, ποτέ καμία Βουλή δεν θα λάβει κανένα μήνυμα. Πάντα και ο Μίκης Θεοδωράκης να’ σαι θα υφίστασαι την επίδραση ενός δακρυγόνου. Δεύτερον, εάν τα 3-4 εκατομμύρια Έλληνες που έχουν αυτή τη στιγμή δουλειά, σπίτι, αυτοκίνητο, παιδιά ως δώρα της σημερινής Βουλής…δεν αντιληφθούν ότι θα μας πάρουν στο λαιμό τους αν, για να ζήσουν αυτοί, στις κάλπες ξαναψηφίσουν τους ευεργέτες τους, τότε τα υπόλοιπα 6-7 εκατομμύρια Έλληνες θα ανέβουμε στο Ζάλλογο. Εκ κοινωνίας ή λαού, αγνοφαίνεται η παραγωγή ελπίδας.
Στον πόλο των νέων ανθρώπων και ειδικότερα των φοιτητών. Αρκεί η εξής παρατήρηση: όταν τελειώνοντας το σχολείο στα 18 δεν ξέρεις πώς λέγεται το πολίτευμα της Ελλάδας και στα 19 κουνάς πανηγυρικά οποιοδήποτε παραταξιακό πανό, υπάρχει πρόβλημα. Όπως επίσης, οι εικονικές εκδηλώσεις συνειδητοποίησης και αλληλεγγύης προς τους αστέγους μέσω facebook, μόνο αστείες είναι. Οριστική έλλειψη ελπίδας.
Τέλος, αν και θεωρώ την τέταρτη εξουσία των μέσων ενημέρωσης την πιο δυναμικά στελεχωμένη και με τον βαρύτερο ρόλο στη χώρα αυτή, κρίνω άχρηστη και περιττή κάθε προσπάθεια ευρέσεως ελπίδας στον χώρο της.
Όντως, τα συμπεράσματα δεν είναι και δεν θα μπορούσαν να είναι αισιόδοξα, όσο κι αν αγαπάμε τη χώρα και την πόλη μας. Αν θέλουμε να κάνουμε κάποια βήματα που θα δώσουν ελπίδα στους εαυτούς μας, πρώτα απ’ όλα πρέπει να διαγράψουμε τον στενόμυαλο τρόπο ζωής που επέβαλε η πολιτική πραγματικότητα τις τελευταίες δεκαετίες. Να ανακτήσουμε την αξιοπρέπειά μας, τον αυτοσεβασμό μας, τη συναισθηματική νοημοσύνη μας. Να μάθουμε να προσαρμόζουμε τον εαυτό μας στη ζωή, όχι τη ζωή στον εαυτό μας.
Κυρίως, ας έχουμε μία αίσθηση συνεχούς εκκρεμότητας στους λογαριασμούς μας με τη ζωή και με τον εαυτό μας. Και να πάψουμε να είμαστε φιλέλληνες, να γίνουμε Έλληνες – αυτή τη φορά έντιμα και ειλικρινά. Εκεί ίσως υπάρχει ελπίδα και, ίσως υπάρχουν και καλύτερες μέρες, φαντάζομαι.
Γ.Φ.Ξ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου