Όλα δείχνουν ότι πάμε και σ’ αυτές τις εκλογές να ψηφίσουμε ενστικτωδώς, παρορμητικά, τρομοκρατημένοι ή αμήχανοι. Η πλειονότητα των πολιτών έχει ξυπνήσει, ξέρει τι δεν πρέπει να κάνει, έχει αποφασίσει να στείλει σπίτι τους και τους αυτουργούς και τους συναυτουργούς της πρωτόγνωρης μιζέριας του συνόλου του λαού. Σαν πρώτο βήμα δίκαιο και ορθό.
Στις τέσσερις εβδομάδες που μεσολάβησαν ξεκαθαρίσαμε πια μερικά πράγματα. Το ότι η ΝΔ και ο κ. Σαμαράς προσπάθησαν να πείσουν περισσότερο για την επικινδυνότητα της ψήφου στον ΣΥΡΙΖΑ και σχεδόν καθόλου να αρθρώσουν υπεύθυνο πολιτικό λόγο για τον τόπο είναι δεδομένο. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιδόθηκε σ’ έναν αγώνα να δείξει ότι μπορεί να διαχειριστεί την εμπιστοσύνη του 17%, αλλά και να αναλάβει ακόμα και το τιτάνιο άθλημα της διακυβέρνησης της χρεοκοπημένης χώρας μας προβαίνοντας, ωστόσο, σε προγραμματικές δηλώσεις που πολύ πιθανό είναι να εκθέσουν τον κ. Τσίπρα και την «ελπίδα από την Αριστερά».
Το ΠΑΣΟΚ ξεκαθάρισε την επιθυμία του να ενισχυθεί ως τρίτος πόλος χωρίς να αποκλείσει τη συγκυβέρνηση με τη ΝΔ φυσικά, με τον κ. Βενιζέλο για άλλη μια φορά να φυλακίζει τις ικανότητές του στην προσπάθεια διάσωσης του κόμματός του. Προς το καλό όλων μας το ΠΑΣΟΚ είναι πλέον ανάξια λόγου πολιτική δύναμη με τα ψηφοδέλτιά του, όπως και αυτά της ΝΔ, να μαρτυρούν γιατί φτάσαμε ως εδώ. Στο διάστημα αυτό έλαβε χώρα και το χαρμόσυνο συμβάν με τον εκπρόσωπο της ΧΑ, το οποίο ελπίζουμε όλους τους πεπλανημένους να τους αφύπνισε.
Η ΔΗ.ΜΑΡ. έκανε πλέον σαφή την εξαγγελία της ότι «η χώρα δεν θα μείνει ακυβέρνητη», αφού τώρα με το πρόσχημα αυτό θα συμμετάσχει σε κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ όντας η «δύναμη ευθύνης», καθώς αν έκανε κάτι τέτοιο μετά τις 6 Μαΐου κινδύνευε να χάσει την αξιοπιστία της και την είσοδό της στη Βουλή. Ο κ. Καμμένος μιλώντας την προεκλογική γλώσσα του πρώτου νικητή των εκλογών (ΣΥΡΙΖΑ) περί «προγραμματική καταγγελία του μνημονίου» έκανε ό,τι μπορούσε να συσπειρώσει κι άλλο το «ανεξάρτητο δεξιό μέτωπο». Περί ΚΚΕ ουδέν σχόλιον χρήζει σημείωσης…
Κάπως έτσι πάμε την Κυριακή να ξαναψηφίσουμε. Διαβάζοντας κανείς όλο αυτόν τον καιρό πόσο είναι ή δεν είναι υπαρκτός ο κίνδυνος εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, με τόσες διαφορετικές φωνές σε όλη την Ευρώπη να επιβεβαιώνουν ή να διαψεύδουν αυτό το ενδεχόμενο, είναι φυσικό να μην ξέρει τι του γίνεται. Εκεί άλλωστε ποντάρουν το Βερολίνο και η ελληνική μνημονιακή πανστρατιά, στο να πας έντρομος να ψηφίσεις «ναι στη συνέχιση του εγκλήματος». Προσωπικά, σαν απλός πολίτης με σχεδόν μηδαμινές γνώσεις οικονομίας, απαντήσεις σ’ αυτό το ερώτημα δεν έχω και δεν θα έχω γιατί οποιαδήποτε πηγή πληροφόρησής μου είναι επισφαλής. Το εύκολο είναι να πεισθώ από τα επιχειρήματα της μιας ή της άλλης πλευράς και να πω «αυτοί έχουν δίκιο, μπορεί να φύγουμε από το ευρώ, οπότε ας ψηφίσω αυτούς που εγγυώνται την παραμονή στην ευρωζώνη» ή «οι άλλοι είναι άθικτοι, είναι αδύνατο να βγούμε από το ευρώ, δεν θα τρομοκρατηθώ, θα ψηφίσω εκείνους».
Ο συλλογισμός αυτός μπάζει από παντού και μόνο όσοι αποτελούν υπολείμματα της μεταπολιτευτικής τρέλας και της δικομματικής μανίας επιτρέπουν στον εαυτό τους να φυλακίζεται σε αυτό το δίλημμα. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι άλλο, το οποίο συνειδητά αποφεύγουμε είτε λόγω φυγοπονίας είτε επειδή είμαστε τόσο βαθιά ριζωμένοι στη σαπίλα που δεν μπορούμε να βγούμε από τον βάλτο με τα σκ…ά! Το δύσκολο είναι, έστω λίγες μέρες πριν τις εκλογές, με σχετική νηφαλιότητα, διαύγεια και με επίκληση της αυτοσυνείδησής μας να σταθμίσουμε τι είδους πολίτες θέλουμε να είμαστε και σε ποια χώρα θέλουμε να ζήσουμε έχοντας κατά νου ότι η επιλογή μας την Κυριακή θα μας επηρεάζει ίσως για τουλάχιστον δύο δεκαετίες. Σε ό,τι αφορά τα κόμματα, σε ποιο θα απαντήσει κανείς θετικά είναι θέμα της κοινωνικής νοημοσύνης του όπως αυτή διαμορφώθηκε ειδικά τα τελευταία χρόνια. Όμως, το σε ποια κόμματα θα απαντήσουμε αρνητικά και θα δείξουμε έτσι σε τι κράτος επιθυμούμε να ζούμε, πρέπει να το κάνετε εσείς, εγώ, εμείς με κοινά κριτήρια.
Είναι γεγονός ότι ο πολιτικός λόγος των δήθεν ηγετών μας δεν είναι καθόλου πολιτικός λόγος και πολύ περισσότερο δεν είναι ο πολιτικός λόγος που έχουμε ανάγκη, καθώς περιορίζεται στο «αφήστε με να ολοκληρώσω». Τι κάνουν όλοι οι υποψήφιοι; Ό,τι έκαναν πάντα προεκλογικά: ρίχνουν ευθύνη στους άλλους, υπόσχονται ότι αυτοί θα είναι καλύτεροι από τους προηγούμενους παρόλο που οι ίδιοι είναι οι προηγούμενοι, δηλαδή υπόσχονται ότι δεν θα είναι οι παλιοί εαυτοί τους, αναγνωρίζουν δήθεν τα λάθη τους με υποκριτική μεταμέλεια, εξάπτουν τον φόβο και τον τρόμο.
Αρκετά! Τα ζήσαμε αυτά, τα φάγαμε αυτά, τα γευτήκαμε κυρίως από την άσχημη πλευρά τους. Θέλουμε έναν άνθρωπο που θα έχει δουλέψει στη ζωή του, να ξέρει τι σημαίνει ο μισθός και η περικοπή του, με αυτοπεποίθηση να πει σε όλους «σκάσε και στρώσου στη δουλειά, πρέπει να ξαναγίνουμε κράτος», ψάχνουμε άνθρωπο που θα πει στο Βερολίνο «αυτά που λέτε δεν γίνονται έτσι, είμαστε πρόθυμοι να δουλέψουμε, για να ανακτήσουμε την αξιοπιστία μας, αλλά πρέπει να ζήσουμε για να αλλάξουμε».
Όλοι ξέρουμε κάποιον ή κάποιους ανθρώπους, έχουμε γνωρίσει ή συναντήσει σοβαρούς ανθρώπους με μόρφωση, κοινωνική ευαισθησία, με όρεξη να σηκώσουν τα μανίκια για να δουλέψουν, να προκόψουν στην πολιτική, αλλά οι οποίοι δεν κατάφεραν ποτέ να υποστηριχτούν ή να εκλεγούν. Κι αυτό γιατί η ελληνική κοινωνία για πολλά χρόνια ήταν ένα στρατόπεδο μαζικής εξολόθρευσης ικανών, έντιμων και οραματιστών, ένα στρατόπεδο που πολτοποιούσε την αξία σημαντικών ανθρώπων και κονιορτοποιούσε κάθε ψήγμα εξευγενισμού. Κάποιοι από τους ανθρώπους αυτούς έμειναν στα ράφια βιβλιοπωλείων ή σε δίσκους μουσικής. Κάθε σοβαρός, κάθε έμπειρος άνθρωπος έγινε σκόνη μπροστά στην πέραση «εφήμερων» ανθρώπων και πρώτα πρώτα από όλους εμάς, τους πολίτες, που κατά τη δεκαετία των 00ς κάναμε σημαία μας όλα τα μηδενικά της κοινωνικής αφρόκρεμας. Είναι λάθος να θεωρούμε αυτή την άποψη «ελιτίστικη» από τη στιγμή που έχουμε ορατά τα αποτελέσματα της άλλης άποψης.
Για όλα αυτά έχουμε να αποφασίσουμε την Κυριακή. Οι πράξεις μας δείχνουν σε ποιάς ποιότητας κράτος θέλουμε να ανήκουμε και σε ποιάς ποιότητας κοινωνία θέλουμε να είμαστε μέλη. Δεν ζητάμε, κανείς δεν ζητάει ρομαντικές υπερβολές, να γίνουμε η Σουηδία του ευρωπαϊκού Νότου, δεν θέλουμε δα και να αυτοκτονούμε λόγω βαρεμάρας από την απουσία προβλημάτων. Θέλουμε στοιχειώδη πράγματα, βασικά και σύμφυτα με τη συνύπαρξη σε κοινό τόπο. Μια στοιχειώδη εξυπηρέτηση των καθημερινών μας αναγκών από τις δημόσιες υπηρεσίες χωρίς να χρειάζεται να αντικρύσουμε την απόλυτη φρίκη. Ένα σύστημα υγείας που να διασφαλίζει ότι δεν θα πεθαίνουμε στο κέντρο της πόλης από την έλλειψη φαρμάκων, στοιχειώδη εκπαίδευση και μόρφωση των παιδιών μας, ένα έντιμο φορολογικό σύστημα, να μπορούμε να πάμε μια βόλτα στους δρόμους της Αθήνας χωρίς να περνάμε ανάμεσα από απλωμένα χέρια «επαγγελματιών» ζητιάνων και χωρίς να εισπνέουμε το ουρικό άρωμα χιλιάδων συνανθρώπων μας. Όποιος πιστεύει ότι αυτά είναι «πολλά και δύσκολα» είναι εγκεφαλικά δυσλειτουργικός.
Ας το πάρουν χαμπάρι και τα νέα παιδιά. Από το facebook και την φοιτητική συνδικαλιστική αλητεία δεν πάει μπροστά κανένας άνθρωπος και καμία κοινωνία. «Το πολύ πολύ, όταν γίνει αυτό με άλλα μέσα και άλλον τρόπο, να το ανακοινώσει το ίδιο το facebook σε όλα τα μέλη του». Κάπου εδώ όμως, σε λίγες μέρες, τελειώνουν τα ψέματα και οι πολίτες αυτής της χώρας, οι Έλληνες της Διασποράς που αγαπούν τον τόπο, οι νέοι που τους διώχνει η απουσία ελπίδας, πρέπει να βρουν τον τρόπο, το όραμα, τη θέληση να διεκδικήσουν καλύτερες μέρες.
Φάρμακα υπάρχουν πολλά, για την Ελλάδα κανένα; Είμαστε οι ασθενείς. Ας αποφασίσουμε τι πραγματικά θέλουμε κι ας πάμε την Κυριακή να δηλώσουμε ποιο φάρμακο μας αξίζει. Δηλαδή να δηλώσουμε τι σόι πολίτες θέλουμε να είμαστε…Άξιοι της μοίρας μας ή τουλάχιστον ελεύθεροι;
Στις τέσσερις εβδομάδες που μεσολάβησαν ξεκαθαρίσαμε πια μερικά πράγματα. Το ότι η ΝΔ και ο κ. Σαμαράς προσπάθησαν να πείσουν περισσότερο για την επικινδυνότητα της ψήφου στον ΣΥΡΙΖΑ και σχεδόν καθόλου να αρθρώσουν υπεύθυνο πολιτικό λόγο για τον τόπο είναι δεδομένο. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιδόθηκε σ’ έναν αγώνα να δείξει ότι μπορεί να διαχειριστεί την εμπιστοσύνη του 17%, αλλά και να αναλάβει ακόμα και το τιτάνιο άθλημα της διακυβέρνησης της χρεοκοπημένης χώρας μας προβαίνοντας, ωστόσο, σε προγραμματικές δηλώσεις που πολύ πιθανό είναι να εκθέσουν τον κ. Τσίπρα και την «ελπίδα από την Αριστερά».
Το ΠΑΣΟΚ ξεκαθάρισε την επιθυμία του να ενισχυθεί ως τρίτος πόλος χωρίς να αποκλείσει τη συγκυβέρνηση με τη ΝΔ φυσικά, με τον κ. Βενιζέλο για άλλη μια φορά να φυλακίζει τις ικανότητές του στην προσπάθεια διάσωσης του κόμματός του. Προς το καλό όλων μας το ΠΑΣΟΚ είναι πλέον ανάξια λόγου πολιτική δύναμη με τα ψηφοδέλτιά του, όπως και αυτά της ΝΔ, να μαρτυρούν γιατί φτάσαμε ως εδώ. Στο διάστημα αυτό έλαβε χώρα και το χαρμόσυνο συμβάν με τον εκπρόσωπο της ΧΑ, το οποίο ελπίζουμε όλους τους πεπλανημένους να τους αφύπνισε.
Η ΔΗ.ΜΑΡ. έκανε πλέον σαφή την εξαγγελία της ότι «η χώρα δεν θα μείνει ακυβέρνητη», αφού τώρα με το πρόσχημα αυτό θα συμμετάσχει σε κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ όντας η «δύναμη ευθύνης», καθώς αν έκανε κάτι τέτοιο μετά τις 6 Μαΐου κινδύνευε να χάσει την αξιοπιστία της και την είσοδό της στη Βουλή. Ο κ. Καμμένος μιλώντας την προεκλογική γλώσσα του πρώτου νικητή των εκλογών (ΣΥΡΙΖΑ) περί «προγραμματική καταγγελία του μνημονίου» έκανε ό,τι μπορούσε να συσπειρώσει κι άλλο το «ανεξάρτητο δεξιό μέτωπο». Περί ΚΚΕ ουδέν σχόλιον χρήζει σημείωσης…
Κάπως έτσι πάμε την Κυριακή να ξαναψηφίσουμε. Διαβάζοντας κανείς όλο αυτόν τον καιρό πόσο είναι ή δεν είναι υπαρκτός ο κίνδυνος εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, με τόσες διαφορετικές φωνές σε όλη την Ευρώπη να επιβεβαιώνουν ή να διαψεύδουν αυτό το ενδεχόμενο, είναι φυσικό να μην ξέρει τι του γίνεται. Εκεί άλλωστε ποντάρουν το Βερολίνο και η ελληνική μνημονιακή πανστρατιά, στο να πας έντρομος να ψηφίσεις «ναι στη συνέχιση του εγκλήματος». Προσωπικά, σαν απλός πολίτης με σχεδόν μηδαμινές γνώσεις οικονομίας, απαντήσεις σ’ αυτό το ερώτημα δεν έχω και δεν θα έχω γιατί οποιαδήποτε πηγή πληροφόρησής μου είναι επισφαλής. Το εύκολο είναι να πεισθώ από τα επιχειρήματα της μιας ή της άλλης πλευράς και να πω «αυτοί έχουν δίκιο, μπορεί να φύγουμε από το ευρώ, οπότε ας ψηφίσω αυτούς που εγγυώνται την παραμονή στην ευρωζώνη» ή «οι άλλοι είναι άθικτοι, είναι αδύνατο να βγούμε από το ευρώ, δεν θα τρομοκρατηθώ, θα ψηφίσω εκείνους».
Ο συλλογισμός αυτός μπάζει από παντού και μόνο όσοι αποτελούν υπολείμματα της μεταπολιτευτικής τρέλας και της δικομματικής μανίας επιτρέπουν στον εαυτό τους να φυλακίζεται σε αυτό το δίλημμα. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι άλλο, το οποίο συνειδητά αποφεύγουμε είτε λόγω φυγοπονίας είτε επειδή είμαστε τόσο βαθιά ριζωμένοι στη σαπίλα που δεν μπορούμε να βγούμε από τον βάλτο με τα σκ…ά! Το δύσκολο είναι, έστω λίγες μέρες πριν τις εκλογές, με σχετική νηφαλιότητα, διαύγεια και με επίκληση της αυτοσυνείδησής μας να σταθμίσουμε τι είδους πολίτες θέλουμε να είμαστε και σε ποια χώρα θέλουμε να ζήσουμε έχοντας κατά νου ότι η επιλογή μας την Κυριακή θα μας επηρεάζει ίσως για τουλάχιστον δύο δεκαετίες. Σε ό,τι αφορά τα κόμματα, σε ποιο θα απαντήσει κανείς θετικά είναι θέμα της κοινωνικής νοημοσύνης του όπως αυτή διαμορφώθηκε ειδικά τα τελευταία χρόνια. Όμως, το σε ποια κόμματα θα απαντήσουμε αρνητικά και θα δείξουμε έτσι σε τι κράτος επιθυμούμε να ζούμε, πρέπει να το κάνετε εσείς, εγώ, εμείς με κοινά κριτήρια.
Είναι γεγονός ότι ο πολιτικός λόγος των δήθεν ηγετών μας δεν είναι καθόλου πολιτικός λόγος και πολύ περισσότερο δεν είναι ο πολιτικός λόγος που έχουμε ανάγκη, καθώς περιορίζεται στο «αφήστε με να ολοκληρώσω». Τι κάνουν όλοι οι υποψήφιοι; Ό,τι έκαναν πάντα προεκλογικά: ρίχνουν ευθύνη στους άλλους, υπόσχονται ότι αυτοί θα είναι καλύτεροι από τους προηγούμενους παρόλο που οι ίδιοι είναι οι προηγούμενοι, δηλαδή υπόσχονται ότι δεν θα είναι οι παλιοί εαυτοί τους, αναγνωρίζουν δήθεν τα λάθη τους με υποκριτική μεταμέλεια, εξάπτουν τον φόβο και τον τρόμο.
Αρκετά! Τα ζήσαμε αυτά, τα φάγαμε αυτά, τα γευτήκαμε κυρίως από την άσχημη πλευρά τους. Θέλουμε έναν άνθρωπο που θα έχει δουλέψει στη ζωή του, να ξέρει τι σημαίνει ο μισθός και η περικοπή του, με αυτοπεποίθηση να πει σε όλους «σκάσε και στρώσου στη δουλειά, πρέπει να ξαναγίνουμε κράτος», ψάχνουμε άνθρωπο που θα πει στο Βερολίνο «αυτά που λέτε δεν γίνονται έτσι, είμαστε πρόθυμοι να δουλέψουμε, για να ανακτήσουμε την αξιοπιστία μας, αλλά πρέπει να ζήσουμε για να αλλάξουμε».
Όλοι ξέρουμε κάποιον ή κάποιους ανθρώπους, έχουμε γνωρίσει ή συναντήσει σοβαρούς ανθρώπους με μόρφωση, κοινωνική ευαισθησία, με όρεξη να σηκώσουν τα μανίκια για να δουλέψουν, να προκόψουν στην πολιτική, αλλά οι οποίοι δεν κατάφεραν ποτέ να υποστηριχτούν ή να εκλεγούν. Κι αυτό γιατί η ελληνική κοινωνία για πολλά χρόνια ήταν ένα στρατόπεδο μαζικής εξολόθρευσης ικανών, έντιμων και οραματιστών, ένα στρατόπεδο που πολτοποιούσε την αξία σημαντικών ανθρώπων και κονιορτοποιούσε κάθε ψήγμα εξευγενισμού. Κάποιοι από τους ανθρώπους αυτούς έμειναν στα ράφια βιβλιοπωλείων ή σε δίσκους μουσικής. Κάθε σοβαρός, κάθε έμπειρος άνθρωπος έγινε σκόνη μπροστά στην πέραση «εφήμερων» ανθρώπων και πρώτα πρώτα από όλους εμάς, τους πολίτες, που κατά τη δεκαετία των 00ς κάναμε σημαία μας όλα τα μηδενικά της κοινωνικής αφρόκρεμας. Είναι λάθος να θεωρούμε αυτή την άποψη «ελιτίστικη» από τη στιγμή που έχουμε ορατά τα αποτελέσματα της άλλης άποψης.
Για όλα αυτά έχουμε να αποφασίσουμε την Κυριακή. Οι πράξεις μας δείχνουν σε ποιάς ποιότητας κράτος θέλουμε να ανήκουμε και σε ποιάς ποιότητας κοινωνία θέλουμε να είμαστε μέλη. Δεν ζητάμε, κανείς δεν ζητάει ρομαντικές υπερβολές, να γίνουμε η Σουηδία του ευρωπαϊκού Νότου, δεν θέλουμε δα και να αυτοκτονούμε λόγω βαρεμάρας από την απουσία προβλημάτων. Θέλουμε στοιχειώδη πράγματα, βασικά και σύμφυτα με τη συνύπαρξη σε κοινό τόπο. Μια στοιχειώδη εξυπηρέτηση των καθημερινών μας αναγκών από τις δημόσιες υπηρεσίες χωρίς να χρειάζεται να αντικρύσουμε την απόλυτη φρίκη. Ένα σύστημα υγείας που να διασφαλίζει ότι δεν θα πεθαίνουμε στο κέντρο της πόλης από την έλλειψη φαρμάκων, στοιχειώδη εκπαίδευση και μόρφωση των παιδιών μας, ένα έντιμο φορολογικό σύστημα, να μπορούμε να πάμε μια βόλτα στους δρόμους της Αθήνας χωρίς να περνάμε ανάμεσα από απλωμένα χέρια «επαγγελματιών» ζητιάνων και χωρίς να εισπνέουμε το ουρικό άρωμα χιλιάδων συνανθρώπων μας. Όποιος πιστεύει ότι αυτά είναι «πολλά και δύσκολα» είναι εγκεφαλικά δυσλειτουργικός.
Ας το πάρουν χαμπάρι και τα νέα παιδιά. Από το facebook και την φοιτητική συνδικαλιστική αλητεία δεν πάει μπροστά κανένας άνθρωπος και καμία κοινωνία. «Το πολύ πολύ, όταν γίνει αυτό με άλλα μέσα και άλλον τρόπο, να το ανακοινώσει το ίδιο το facebook σε όλα τα μέλη του». Κάπου εδώ όμως, σε λίγες μέρες, τελειώνουν τα ψέματα και οι πολίτες αυτής της χώρας, οι Έλληνες της Διασποράς που αγαπούν τον τόπο, οι νέοι που τους διώχνει η απουσία ελπίδας, πρέπει να βρουν τον τρόπο, το όραμα, τη θέληση να διεκδικήσουν καλύτερες μέρες.
Φάρμακα υπάρχουν πολλά, για την Ελλάδα κανένα; Είμαστε οι ασθενείς. Ας αποφασίσουμε τι πραγματικά θέλουμε κι ας πάμε την Κυριακή να δηλώσουμε ποιο φάρμακο μας αξίζει. Δηλαδή να δηλώσουμε τι σόι πολίτες θέλουμε να είμαστε…Άξιοι της μοίρας μας ή τουλάχιστον ελεύθεροι;
Frustra sed Prudenter
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου