Οι αντιδημοκρατικές θέσεις του Αδ. Γεωργιάδη κυριαρχούν στη συγκρότηση του «επιτελικού κράτους».
Προκάλεσε εντύπωση η βιαιότητα με την οποία υπερασπίστηκε στις επιτροπές και στην Ολομέλεια της Βουλής τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες ο Αδωνις Γεωργιάδης. Ο υπουργός Ανάπτυξης δεν δίστασε να εκθέσει τον πρωθυπουργό που τον τοποθέτησε σε αυτήν τη θέση, μιλώντας με ωμότητα για τον τρόπο που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση της Ν.Δ. τις ρυθμίσεις του Συντάγματος, τις επιταγές του Ενωσιακού Δικαίου και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Οι επιθέσεις του κ. υπουργού
Δεν υπάρχει κάτι πιο ενδεικτικό για το πώς ο κ. Γεωργιάδης αντιλαμβάνεται την άσκηση εξουσίας, από τα όσα έλεγε στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής όπου συζητιόταν το διυπουργικό νομοσχέδιο (6.8.2019).
Ελεγε απευθυνόμενος στον Νίκο Παππά: «Πράξατε αυτά εσείς όταν ήσασταν σε αυτή τη θέση και θα διαπιστώσετε αυτά τα τέσσερα χρόνια, σας προτείνω να χαλαρώσετε, πόσο καλοί μαθητές σας έχουμε υπάρξει σε αυτό το θέμα.Τα είχα πει εγώ αυτά ως αντιπολίτευση, ότι όταν επενδύετε στη δικτατορία της πλειοψηφίας μην περιμένετε μετά να τα ξεχάσουν», για να καταλήξει: «Παρακαλώ πολύ, λοιπόν, να μη με ξαναδιακόψετε. Σε τέσσερα χρόνια τα ξαναλέμε».
Με άλλα λόγια, ανεξάρτητα με το πώς ο ίδιος επιχειρεί να εμφανίσει τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, η θέση του ότι η νέα κυβέρνηση έχει υπάρξει «καλός μαθητής» στο να λειτουργεί με βάση τη «δικτατορία της πλειοψηφίας» αποτελεί βέβαια μια εξαιρετικά κυνική ομολογία.
Και τα όσα λέει ως υπουργός δεν μπορεί παρά να φέρνουν στον νου και όλα όσα έλεγε ως αντιπρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης ξεσηκώνοντας σάλο. Οταν απειλούσε ότι θα «γδάρει» τους πολιτικούς αντιπάλους του (23/2/2018). Οταν σε κρεσέντο αντικομμουνισμού καταφερόταν κατά της «ηγεμονίας της Αριστεράς» στην Ελλάδα, λέγοντας ότι «αν πας στη Βουλγαρία, στη Ρουμανία, στη Λετονία, στην Εσθονία, στην Τσεχία, στην Ουγγαρία και στην Πολωνία και πεις ότι είσαι κομμουνιστής, σε βάζουν φυλακή» (23.10.2016), για να φτάσει να πει προεκλογικά ότι «ο μείζων στόχος στη χώρα είναι να πέσουν οι κομμουνιστές» (24.4.2019).
Οταν ακόμα και πρόσφατα (18.11.2018) δήλωνε ότι «δεν υπήρξαν τέτοιοι νεκροί από την ερπύστρια» στο Πολυτεχνείο, αναπαράγοντας το γνωστό προπαγανδιστικό «επιχείρημα» περί νεκρών εκτός Πολυτεχνείου, που επικαλούνται όλοι οι φιλοχουντικοί από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα.
Αλλά όλες αυτές οι τοποθετήσεις του κ. Γεωργιάδη δεν πρέπει να ξαφνιάζουν κανέναν. Αυτές ακριβώς οι ειδικές απόψεις του ήταν που τον κατέστησαν τον Νοέμβριο του 2009 υπαρχηγό του Γιώργου Καρατζαφέρη (γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΛΑΟΣ) και τον Ιανουάριο του 2016 υπαρχηγό του Κυριάκου Μητσοτάκη (αντιπρόεδρος της Ν.Δ.).
Οι απόψεις του Αδ. Γεωργιάδη για τη δημοκρατία και τον κοινοβουλευτισμό, καθώς και ο θαυμασμός του για αντιδημοκρατικά καθεστώτα έχουν καταγραφεί στο ειδικό ένθετο της «Εφ.Συν.» με τίτλο «Aδωνις Γεωργιάδης. Η Ακροδεξιά με το γελαστό πρόσωπο» (19.5.2019). Σε αυτή τη μονογραφία περιλαμβάνονται αυτούσιες οι απόψεις που έχει καταθέσει κατά καιρούς ο κ. Γεωργιάδης. Και από αυτές τις απόψεις μπορεί κανείς να κατανοήσει πού οδηγείται η σημερινή κυβέρνηση, η οποία τον έχει αναγάγει σε κεντρικό εκφραστή της πολιτικής της.
Ο κ. Γεωργιάδης και οι δικαστές
Προξένησε εντύπωση την περασμένη Δευτέρα και Τρίτη η σφοδρότητα με την οποία ο κ. Γεωργιάδης καταφέρθηκε εναντίον της Βασιλικής Θάνου, καθιστώντας εντελώς προσχηματική την αναφορά του ότι… σέβεται και τιμά το γεγονός πως διατέλεσε πρόεδρος του Αρείου Πάγου.
Η έκπληξη μετριάζεται αν θυμηθούμε ότι πριν από δέκα χρόνια ο κ. Γεωργιάδης δεν δίσταζε να καταφερθεί εναντίον του συνόλου ενός ανώτατου δικαστηρίου, καλώντας τη Βουλή ουσιαστικά να το καταργήσει! «Κυκλοφορεί η είδηση», έλεγε από το βήμα της Βουλής, «ότι με πλειοψηφία δύο προς ένα οι σύμβουλοι του Συμβουλίου της Επικρατείας αποφάσισαν να αναστείλουν την εκτέλεση των έργων στον Ελαιώνα ακολουθώντας τις επιταγές του κ. Τσίπρα και του κ. Αλαβάνου και του ΣΥΡΙΖΑ. […] Ο Βίσμαρκ, συνάδελφε Μάκη Βορίδη, είχε πει: “Καθηγηταί τρεις, εχάθη η πατρίς”. Εις την Ελλάδα να το αλλάξουμε: “Δικασταί τρεις, εχάθη η πατρίς”! Κάποτε θα πρέπει να συζητήσουμε σοβαρά ποιος έχει το δικαίωμα να αποφασίζει σ’ αυτήν τη χώρα. […] Πάρτε, λοιπόν, μια σοβαρή πρωτοβουλία για να δούμε στο κοινοβούλιο ποιος κυβερνά την Ελλάδα, η Βουλή, δηλαδή οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι του ελληνικού λαού, ή οι δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας που δεν ξέρω ποιος τους έχει διορίσει και ποιοι είναι και από πού κρατά η σκούφια τους;»
Ο κ. Γεωργιάδης επέμενε ότι «το Συμβούλιο της Επικρατείας είναι το μεγάλο θέμα. Εχει καταντήσει να είναι βραχνάς στην πρόοδο της Ελληνικής Δημοκρατίας. Εάν υπήρχε Συμβούλιο της Επικρατείας στην αρχαία Ελλάδα και αν υπήρχαν δικαστές σαν τους σημερινούς, η Ακρόπολη δεν θα υπήρχε για να τη βλέπουμε και να τη θαυμάζουμε, θα την είχαν σταματήσει και αυτήν». Και το συμπέρασμα: «Πρέπει κάποιος να αναλάβει τη νομοθετική πρωτοβουλία να εξηγήσει στο Συμβούλιο της Επικρατείας ότι κυβερνά ο ελληνικός λαός αυτήν τη χώρα και όχι ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί δεν μπορεί όλοι να είμαστε υπέρ, ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι κατά, και το Συμβούλιο της Επικρατείας να ψηφίζει ΣΥΡΙΖΑ. Κάτι δεν πάει καλά εδώ!» (14.1.2009).
Οι θέσεις αυτές εξηγούν την ευκολία με την οποία ο κ. Γεωργιάδης στράφηκε εναντίον της πρώην προέδρου του Αρείου Πάγου. Αλλά ταυτόχρονα προκαλούν πραγματική ανατριχίλα, αν σκεφτεί κανείς ότι ο κ. Μητσοτάκης έχει αναθέσει στον φορέα αυτών των απόψεων το ευαίσθητο χαρτοφυλάκιο των επενδύσεων.
Αν στις προθέσεις του αρμόδιου υπουργού είναι να αντιμετωπίσει με παρόμοια περιφρόνηση προς τα ανώτατα δικαστήρια τις όποιες επενδύσεις έχει κατά νου, ασφαλώς εκείνος που θα κερδίσει δεν είναι η «ανάπτυξη», αλλά η επιχειρηματική ασυδοσία. Δεν πρόκειται για θεωρητικό πρόβλημα, εφόσον οι μεθοδεύσεις για το ζήτημα της επένδυσης στο Ελληνικό αποδεικνύουν ότι ήδη έχει τεθεί σε εφαρμογή η φιλοσοφία του νέου υπουργού.
Οπαδός του Τσάβες!
Η τοποθέτηση του κ. Γεωργιάδη την περασμένη Τρίτη στην Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης και Δικαιοσύνης προκάλεσε επίσης για την ευκολία με την οποία ο υπουργός Ανάπτυξης επικαλέστηκε αντιδημοκρατικές πρακτικές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να δικαιολογήσει αντιδημοκρατικές πρακτικές της νέας κυβέρνησης. Δεν δίστασε μάλιστα να δηλώσει «μαθητής» των υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ και απείλησε ότι τώρα τους μιμείται. Ασφαλώς η άποψη του κ. Γεωργιάδη για την Αριστερά δεν έχει καμιά πρωτοτυπία. Είναι ακριβές αντίγραφο των πιο παρωχημένων απόψεων της Δεξιάς, που οδήγησαν στην τοποθέτηση της Αριστεράς εκτός συνταγματικού πλαισίου μέχρι την πτώση της δικτατορίας. Αλλά έχει ενδιαφέρον το επιχείρημα του υπουργού Ανάπτυξης, ο οποίος παραδέχεται τον αντιδημοκρατικό χαρακτήρα των κυβερνητικών παρεμβάσεων, ανεξάρτητα από τις προσχηματικές δικαιολογίες του.
Πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή υπήρξε η πάγια θέση του εδώ και αρκετά χρόνια. Εφτανε μάλιστα να υποστηρίξει ακόμα και τον Τσάβες, τον ηγέτη της Βενεζουέλας που υπήρξε το κόκκινο πανί για τα υπόλοιπα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας. Μιλώντας στην τηλεοπτική εκπομπή του την εποχή που είχε πρωτοεκλεγεί βουλευτής με τον ΛΑΟΣ, ο Αδωνις Γεωργιάδης είχε εκφράσει την άποψη ότι αν βρισκόταν στη Βενεζουέλα, θα ήταν οπαδός του Τσάβες. «Δεν μπορώ να σχολιάσω τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος στη Βενεζουέλα, δεν έχω εικόνα αν κέρδισε τελικώς το δημοψήφισμα αυτό ο πρόεδρος Τσάβες ή όχι. Εγώ αν ήμουν στη Βενεζουέλα σίγουρα θα ψήφιζα υπέρ, παρόλο που η ιδέα ότι ένας άνθρωπος να μένει για πολύ καιρό στην εξουσία δεν με βρίσκει σύμφωνο. Δεν είναι δημοκρατία η του ενός ανδρός αρχή, αλλά εκεί, για τη Λατινική Αμερική, για μια περιοχή που έχει δεινοπαθήσει από τις επεμβάσεις των ξένων δυνάμεων, ίσως κάποιες περίοδοι τέτοιου είδους σκληρού καθεστώτος να είναι κάπως πιο κατανοητές» («Τηλεάστυ», 3.12.2007).
Ο θαυμασμός για τους δικτάτορες
Ολοι γνωρίζουμε βέβαια ότι ο κ. Γεωργιάδης δεν είναι ούτε μαθητής του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε θαυμαστής του Τσάβες. Ο δάσκαλός του δεν είναι άλλος από τον Κώστα Πλεύρη, τον ιδρυτή του νεοφασιστικού «Κόμματος 4ης Αυγούστου». Από τον Κ. Πλεύρη ο κ. Γεωργιάδης έχει κληρονομήσει τον παθολογικό θαυμασμό προς τον δικτάτορα της 4ης Αυγούστου. Ο Κ. Πλεύρης βέβαια στη βιογραφία του Μεταξά που έχει συγγράψει δεν παραλείπει να εκθειάσει τον ακραίο χαρακτήρα της δικτατορίας του καθώς και την ιδιαίτερη ιδεολογική συγγένεια με το ναζιστικό καθεστώς.
Ο Γεωργιάδης είναι υποχρεωμένος σώνει και καλά να εμφανίσει τον Μεταξά ως «δημοκράτη», προκειμένου να δικαιολογήσει τη δική του αγάπη: «Οπως ξέρετε, ο Ιωάννης Μεταξάς εξελέγη από τη Βουλή των Ελλήνων πρωθυπουργός στις αρχές του 1936, την άνοιξη συγκεκριμένα, και στις 4 Αυγούστου του 1936 ζήτησε από τον τότε βασιλέα της Ελλάδος Γεώργιο Β΄ την άρση συγκεκριμένων άρθρων του Συντάγματος, βάσει της εντολής που είχε από τη Βουλή των Ελλήνων τότε. Ολα γίνανε απολύτως νόμιμα. Βάσει του τότε Συντάγματος» («Τηλεάστυ», 3.11.2009).
Και λίγους μήνες αργότερα ο Γεωργιάδης επανερχόταν: «Ο Ιωάννης Μεταξάς υπηρέτησε τον κοινοβουλευτισμό στο μεγαλύτερο διάστημα του βίου του. Ουδέποτε δε κατηγορήθηκε από κανέναν ως προς το ότι χρησιμοποίησε τις μπουνιές ως μέσον πολιτικού αγώνος. Υπήρξε επί σειρά ετών βουλευτής, αρχηγός κόμματος (των Ελευθεροφρόνων), σύμβουλος του Βασιλέως, του Πρωθυπουργού κ.λπ. Εξελέγη Πρωθυπουργός από τη Βουλή των Ελλήνων κατόπιν εντολής του Βασιλέως και προχώρησε στην άρση των πολιτικών ελευθεριών την 4η Αυγούστου του 1936 κατόπιν εντολής του Βασιλέως και με τη σύμφωνη γνώμη της τότε Βουλής. Κυβέρνησε σε περίοδο τρομακτικών εντάσεων (Μεσοπόλεμος) και, όσο και αν ακούγεται παράδοξο, ό,τι έκανε έγινε μέσα στα πλαίσια του τότε Συντάγματος. Δεν κατέβασε τα τανκς, ούτε έκανε όπως πολλοί νομίζουν πραξικόπημα. Ελαβε νομίμως την εξουσία και την ήσκησε κατά τον τρόπο που εκείνος πίστευε καλλίτερα στα πλαίσια εκείνης της ταραγμένης εποχής. Με τη Χρυσή Αυγή, λοιπόν, καμία απολύτως σχέση» (18.3.2010).
Ηταν τόσο ακραία η τοποθέτησή του, που την επομένη αισθάνθηκε υποχρεωμένος να διευκρινίσει: «Ποτέ δεν είπα ότι ο Ιωάννης Μεταξάς ήταν πιστός κοινοβουλευτικός. Είπα ότι δεν ήταν οπαδός του μπάχαλου και του χάους. Δηλαδή δράσις τύπου Χρυσής Αυγής ούτε κατεγράφη, ούτε υπήρξε από τον Ιωάννη Μεταξά. Αν λοιπόν τον θαυμάζεις δεν μπορείς να πηγαίνεις και να ρίχνεις ξύλο στις πλατείες... Ο Μεταξάς νίκησε το σύστημα εκ των έσω!... Αρα σίγουρα πιο πολύ για δράσι τύπου ΛΑΟΣ μού μοιάζει, παρά για Χρυσή Αυγή» (19.3.2010)».
Ο εξωραϊσμός της περιόδου Μεταξά από τον Γεωργιάδη είναι βέβαια εντελώς αστήρικτος και ανιστόρητος, αλλά είναι απολύτως αποκαλυπτικός για τον τρόπο που αντιλαμβάνεται ο υπουργός Ανάπτυξης τη δημοκρατία και τον κοινοβουλευτισμό. Ο κ. Γεωργιάδης ονειρεύεται να «νικήσει το σύστημα εκ των έσω», όπως ο Μεταξάς! Γνωρίζουμε βέβαια πού οδήγησε αυτή η «νίκη» του δικτάτορα.
Το μίσος προς τη Νέα Δημοκρατία
Ας μη φανταστεί κανείς ότι η ομολογημένη ανοχή του κ. Γεωργιάδη προς τις αντιδημοκρατικές πρακτικές και ο θαυμασμός του προς τους δικτάτορες περιορίζεται στη σύγκρουσή του με την Αριστερά. Την ίδια στάση είχε πριν από λίγα χρόνια και απέναντι στο κόμμα του οποίου σήμερα είναι αντιπρόεδρος. «Το επικίνδυνο κόμμα στην πολιτική μας ζωή σήμερα λέγεται ΣΥΡΙΖΑ» έλεγε. Και πρόσθετε: «Το επικίνδυνο λόγω ιδεολογίας. Το επικίνδυνο λόγω ανικανότητας δυστυχώς λέγεται Νέα Δημοκρατία» («Τηλεάστυ», 10.12.2008).
Μάλιστα δεν δίσταζε να στραφεί εναντίον των προέδρων του κόμματος με οξύτατους χαρακτηρισμούς: «Είναι παντελώς ακατάλληλος γι’ αυτή τη θέση ο Κώστας Καραμανλής. Κάθε μέρα το αποδεικνύει. Οποιος λέει ότι εμείς είμαστε δήθεν ακροδεξιοί είναι ψεύτης και συκοφάντης». (2.7.2007) Και επειδή οι οπαδοί του ήταν πάντοτε αντικομμουνιστές και αριστεροί, ο κ. Γεωργιάδης δεν δίσταζε να χαρακτηρίσει «αριστερό» το σημερινό του κόμμα: «Σας μιλώ ειλικρινά, πάρτε τα πρακτικά από τη συζήτηση για να διαπιστώσετε ότι η σημερινή Νέα Δημοκρατία κείται αριστερότερα του ΠΑΣΟΚ!» (24.4.2010).
Λίγο καιρό αργότερα θα υποστηρίξει το ακριβώς αντίθετο, ότι «υπάρχει κάποιου είδους διασύνδεση» μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και Χρυσής Αυγής. «Αυτό είναι πλέον ολοφάνερο!» (24.1.2011). Οι επιθέσεις του εναντίον στελεχών της Νέας Δημοκρατίας δεν περιορίζονταν στους κορυφαίους (Κώστας Καραμανλής, Ντόρα Μπακογιάννη). Ακόμα και τους συναδέλφους του στο σημερινό υπουργικό συμβούλιο έλουζε με τα χειρότερα λόγια. Οταν ο ΛΑΟΣ δεν υποστήριξε τον Βασίλη Κικίλια για την υπερνομαρχία τον Νοέμβριο του 2010, εξήγησε: «Εάν δηλαδή ο κ. Σαμαράς επέλεγε για υποψήφιο περιφερειάρχη έναν χιμπαντζή, εμείς θα έπρεπε να τον υπερψηφίσουμε επειδή είναι Νέα Δημοκρατία; (Προς Θεού δεν υπαινίσσομαι ότι ο κ. Κικίλιας είναι χιμπαντζής.)». Και βέβαια αντιδρούσε έντονα στην πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη για μείωση του αριθμού των βουλευτών σε 200 και σε προτάσεις για κατάργηση των βουλευτικών αυτοκινήτων και μείωση της βουλευτικής αποζημίωσης: «Ολες αυτές οι απόψεις είναι βαθύτατα αντικοινοβουλευτικές» (9.6.2011). Και την επομένη: «Οι πολιτείες έχουν ιεραρχίες! Π.χ. λένε να μην έχουν οι βουλευτές αυτοκίνητα. Με την ίδια λογική στον στρατό, ο στρατηγός, ο ταξίαρχος κ.λπ. να μην έχουν αυτοκίνητα, να κινούνται με ταξί ή και με ωτοστόπ; Θυμάμαι στον στρατό ότι βλέπαμε το αυτοκίνητο του στρατηγού που ήταν πολύ καλό με τα αστέρια του, μετά του ταξιάρχου λίγο λιγότερο καλό με λιγότερα αστέρια κ.λπ. Λέγεται ιεραρχία. […] Η κοινοβουλευτική ιεραρχία καλώς ή κακώς έχει στην κορυφή, ή τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε, να είναι τους βουλευτές! Πώς θα γίνει δηλαδή, θα τα ισοπεδώσουμε;» (10.6.2011).
Ο δε Κυριάκος Μητσοτάκης, σύμφωνα με τον κ. Γεωργιάδη, τα έλεγε αυτά επειδή «είναι ζάπλουτος», ενώ οι προτάσεις του «εάν εφαρμοστούν, απλώς θα μειώσουν δραματικά τις επιλογές σας και θα κάνουν τις εκλογές καθαρά τυπική και στημένη διαδικασία» (11.6.2011). Και τελικά: «Ας πάρουμε για παράδειγμα τον ίδιο τον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη. Τι έχει κάνει για την Ελλάδα ή για τη Νέα Δημοκρατία ώστε να εκλέγεται στις πρώτες θέσεις της μεγαλύτερης εκλογικής περιφέρειας της χώρας; Και αφού εξελέγη, και μάλιστα πρώτος, μετά τι έκανε;» (12.6.2011).
Η απέχθεια προς την αλήθεια
Βέβαια ο κ. Γεωργιάδης δεν είναι ιδεολόγος. Τις ακραίες αυτές θέσεις τις διατυπώνει επειδή θεωρεί ότι «πουλάνε». Ως άλλος Γκράουτσο Μαρξ είναι έτοιμος να δηλώσει ότι «αυτές είναι οι αρχές μου, αλλά αν δεν σας αρέσουν έχω και άλλες». Η σχέση του κ. υπουργού με την αλήθεια είχε αποκαλυφτεί με παράδοξο τρόπο την περίοδο που η σύζυγός του παρουσίαζε ένα άθλιο τηλεριάλιτι με τίτλο «Η στιγμή της αλήθειας!».
Μιλώντας σε κλειστό κύκλο οπαδών του ο κ. Γεωργιάδης είχε ρίξει όλη την ευθύνη στη σύζυγό του. «Υπάρχει κανένας εδώ να με έχει ακούσει να είπα ότι εγώ σας καλώ να δείτε αυτό το παιχνίδι στην τηλεόραση; Εγώ είπα το ακριβώς αντίθετο. Εγώ είπα ότι όπως όλα τα ριάλιτι τα θεωρώ τηλεσκουπίδια, το ίδιο είπα στην εκπομπή μου, ότι αυτό που παρουσιάζει η γυναίκα μου είναι το ίδιο τηλεσκουπίδι. Και δεν καλώ κανέναν να το δει. Τελεία. Αν σου πω εγώ επειδή είναι η γυναίκα μου δες το, να ’ρθεις και να με φτύσεις. Τώρα, τις επαγγελματικές επιλογές της γυναίκας μου, στη γυναίκα μου» (20.10.2008). Αλλά η σύζυγός του τον είχε ήδη διαψεύσει. Μια μέρα νωρίτερα έλεγε στην «Ελευθεροτυπία» ότι εκείνος που τον προέτρεψε να παρουσιάζει την εκπομπή ήταν ο κ. Γεωργιάδης, ο οποίος της έλεγε: «Μακάρι να γίνει (το ριάλιτι) γιατί είναι ένα μεγάλο κανάλι και ενδεχομένως να βρεις ανθρώπους που να μπορούν να σε βοηθήσουν και στον άλλο σου τομέα». Και σε άλλο σημείο η κ. Μανωλίδου ήταν ακόμα πιο αποκαλυπτική: «Μα ο λόγος που δέχτηκα να κάνω τη “Στιγμή της αλήθειας” ήταν η επιμονή του Αδώνιδος. Εγώ δεν ήθελα καθόλου αυτό το παιχνίδι. Ημουν πολύ αρνητική. Εκείνος μου είπε: “Ξεκίνα και, αν δεν σου αρέσει, όταν τελειώσει ο κύκλος, σταματάς”».
Αυτός είναι ο κ. Γεωργιάδης. Με αυτά τα πολιτικά εφόδια έχει αναλάβει το σημαντικότερο υπουργείο, μόνο και μόνο επειδή ο πρωθυπουργός τού χρωστά ευγνωμοσύνη για τη βοήθειά του να εκλεγεί στην προεδρία του κόμματος, αλλά και επειδή με την ιδιότυπη ρητορική του προσελκύει το ακροδεξιό εκλογικό ακροατήριο.
Προκάλεσε εντύπωση η βιαιότητα με την οποία υπερασπίστηκε στις επιτροπές και στην Ολομέλεια της Βουλής τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες ο Αδωνις Γεωργιάδης. Ο υπουργός Ανάπτυξης δεν δίστασε να εκθέσει τον πρωθυπουργό που τον τοποθέτησε σε αυτήν τη θέση, μιλώντας με ωμότητα για τον τρόπο που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση της Ν.Δ. τις ρυθμίσεις του Συντάγματος, τις επιταγές του Ενωσιακού Δικαίου και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Οι επιθέσεις του κ. υπουργού
Δεν υπάρχει κάτι πιο ενδεικτικό για το πώς ο κ. Γεωργιάδης αντιλαμβάνεται την άσκηση εξουσίας, από τα όσα έλεγε στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής όπου συζητιόταν το διυπουργικό νομοσχέδιο (6.8.2019).
Ελεγε απευθυνόμενος στον Νίκο Παππά: «Πράξατε αυτά εσείς όταν ήσασταν σε αυτή τη θέση και θα διαπιστώσετε αυτά τα τέσσερα χρόνια, σας προτείνω να χαλαρώσετε, πόσο καλοί μαθητές σας έχουμε υπάρξει σε αυτό το θέμα.Τα είχα πει εγώ αυτά ως αντιπολίτευση, ότι όταν επενδύετε στη δικτατορία της πλειοψηφίας μην περιμένετε μετά να τα ξεχάσουν», για να καταλήξει: «Παρακαλώ πολύ, λοιπόν, να μη με ξαναδιακόψετε. Σε τέσσερα χρόνια τα ξαναλέμε».
Με άλλα λόγια, ανεξάρτητα με το πώς ο ίδιος επιχειρεί να εμφανίσει τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, η θέση του ότι η νέα κυβέρνηση έχει υπάρξει «καλός μαθητής» στο να λειτουργεί με βάση τη «δικτατορία της πλειοψηφίας» αποτελεί βέβαια μια εξαιρετικά κυνική ομολογία.
Και τα όσα λέει ως υπουργός δεν μπορεί παρά να φέρνουν στον νου και όλα όσα έλεγε ως αντιπρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης ξεσηκώνοντας σάλο. Οταν απειλούσε ότι θα «γδάρει» τους πολιτικούς αντιπάλους του (23/2/2018). Οταν σε κρεσέντο αντικομμουνισμού καταφερόταν κατά της «ηγεμονίας της Αριστεράς» στην Ελλάδα, λέγοντας ότι «αν πας στη Βουλγαρία, στη Ρουμανία, στη Λετονία, στην Εσθονία, στην Τσεχία, στην Ουγγαρία και στην Πολωνία και πεις ότι είσαι κομμουνιστής, σε βάζουν φυλακή» (23.10.2016), για να φτάσει να πει προεκλογικά ότι «ο μείζων στόχος στη χώρα είναι να πέσουν οι κομμουνιστές» (24.4.2019).
Οταν ακόμα και πρόσφατα (18.11.2018) δήλωνε ότι «δεν υπήρξαν τέτοιοι νεκροί από την ερπύστρια» στο Πολυτεχνείο, αναπαράγοντας το γνωστό προπαγανδιστικό «επιχείρημα» περί νεκρών εκτός Πολυτεχνείου, που επικαλούνται όλοι οι φιλοχουντικοί από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα.
Αλλά όλες αυτές οι τοποθετήσεις του κ. Γεωργιάδη δεν πρέπει να ξαφνιάζουν κανέναν. Αυτές ακριβώς οι ειδικές απόψεις του ήταν που τον κατέστησαν τον Νοέμβριο του 2009 υπαρχηγό του Γιώργου Καρατζαφέρη (γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΛΑΟΣ) και τον Ιανουάριο του 2016 υπαρχηγό του Κυριάκου Μητσοτάκη (αντιπρόεδρος της Ν.Δ.).
Οι απόψεις του Αδ. Γεωργιάδη για τη δημοκρατία και τον κοινοβουλευτισμό, καθώς και ο θαυμασμός του για αντιδημοκρατικά καθεστώτα έχουν καταγραφεί στο ειδικό ένθετο της «Εφ.Συν.» με τίτλο «Aδωνις Γεωργιάδης. Η Ακροδεξιά με το γελαστό πρόσωπο» (19.5.2019). Σε αυτή τη μονογραφία περιλαμβάνονται αυτούσιες οι απόψεις που έχει καταθέσει κατά καιρούς ο κ. Γεωργιάδης. Και από αυτές τις απόψεις μπορεί κανείς να κατανοήσει πού οδηγείται η σημερινή κυβέρνηση, η οποία τον έχει αναγάγει σε κεντρικό εκφραστή της πολιτικής της.
Ο κ. Γεωργιάδης και οι δικαστές
Προξένησε εντύπωση την περασμένη Δευτέρα και Τρίτη η σφοδρότητα με την οποία ο κ. Γεωργιάδης καταφέρθηκε εναντίον της Βασιλικής Θάνου, καθιστώντας εντελώς προσχηματική την αναφορά του ότι… σέβεται και τιμά το γεγονός πως διατέλεσε πρόεδρος του Αρείου Πάγου.
Η έκπληξη μετριάζεται αν θυμηθούμε ότι πριν από δέκα χρόνια ο κ. Γεωργιάδης δεν δίσταζε να καταφερθεί εναντίον του συνόλου ενός ανώτατου δικαστηρίου, καλώντας τη Βουλή ουσιαστικά να το καταργήσει! «Κυκλοφορεί η είδηση», έλεγε από το βήμα της Βουλής, «ότι με πλειοψηφία δύο προς ένα οι σύμβουλοι του Συμβουλίου της Επικρατείας αποφάσισαν να αναστείλουν την εκτέλεση των έργων στον Ελαιώνα ακολουθώντας τις επιταγές του κ. Τσίπρα και του κ. Αλαβάνου και του ΣΥΡΙΖΑ. […] Ο Βίσμαρκ, συνάδελφε Μάκη Βορίδη, είχε πει: “Καθηγηταί τρεις, εχάθη η πατρίς”. Εις την Ελλάδα να το αλλάξουμε: “Δικασταί τρεις, εχάθη η πατρίς”! Κάποτε θα πρέπει να συζητήσουμε σοβαρά ποιος έχει το δικαίωμα να αποφασίζει σ’ αυτήν τη χώρα. […] Πάρτε, λοιπόν, μια σοβαρή πρωτοβουλία για να δούμε στο κοινοβούλιο ποιος κυβερνά την Ελλάδα, η Βουλή, δηλαδή οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι του ελληνικού λαού, ή οι δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας που δεν ξέρω ποιος τους έχει διορίσει και ποιοι είναι και από πού κρατά η σκούφια τους;»
Ο κ. Γεωργιάδης επέμενε ότι «το Συμβούλιο της Επικρατείας είναι το μεγάλο θέμα. Εχει καταντήσει να είναι βραχνάς στην πρόοδο της Ελληνικής Δημοκρατίας. Εάν υπήρχε Συμβούλιο της Επικρατείας στην αρχαία Ελλάδα και αν υπήρχαν δικαστές σαν τους σημερινούς, η Ακρόπολη δεν θα υπήρχε για να τη βλέπουμε και να τη θαυμάζουμε, θα την είχαν σταματήσει και αυτήν». Και το συμπέρασμα: «Πρέπει κάποιος να αναλάβει τη νομοθετική πρωτοβουλία να εξηγήσει στο Συμβούλιο της Επικρατείας ότι κυβερνά ο ελληνικός λαός αυτήν τη χώρα και όχι ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί δεν μπορεί όλοι να είμαστε υπέρ, ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι κατά, και το Συμβούλιο της Επικρατείας να ψηφίζει ΣΥΡΙΖΑ. Κάτι δεν πάει καλά εδώ!» (14.1.2009).
Οι θέσεις αυτές εξηγούν την ευκολία με την οποία ο κ. Γεωργιάδης στράφηκε εναντίον της πρώην προέδρου του Αρείου Πάγου. Αλλά ταυτόχρονα προκαλούν πραγματική ανατριχίλα, αν σκεφτεί κανείς ότι ο κ. Μητσοτάκης έχει αναθέσει στον φορέα αυτών των απόψεων το ευαίσθητο χαρτοφυλάκιο των επενδύσεων.
Αν στις προθέσεις του αρμόδιου υπουργού είναι να αντιμετωπίσει με παρόμοια περιφρόνηση προς τα ανώτατα δικαστήρια τις όποιες επενδύσεις έχει κατά νου, ασφαλώς εκείνος που θα κερδίσει δεν είναι η «ανάπτυξη», αλλά η επιχειρηματική ασυδοσία. Δεν πρόκειται για θεωρητικό πρόβλημα, εφόσον οι μεθοδεύσεις για το ζήτημα της επένδυσης στο Ελληνικό αποδεικνύουν ότι ήδη έχει τεθεί σε εφαρμογή η φιλοσοφία του νέου υπουργού.
Οπαδός του Τσάβες!
Η τοποθέτηση του κ. Γεωργιάδη την περασμένη Τρίτη στην Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης και Δικαιοσύνης προκάλεσε επίσης για την ευκολία με την οποία ο υπουργός Ανάπτυξης επικαλέστηκε αντιδημοκρατικές πρακτικές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να δικαιολογήσει αντιδημοκρατικές πρακτικές της νέας κυβέρνησης. Δεν δίστασε μάλιστα να δηλώσει «μαθητής» των υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ και απείλησε ότι τώρα τους μιμείται. Ασφαλώς η άποψη του κ. Γεωργιάδη για την Αριστερά δεν έχει καμιά πρωτοτυπία. Είναι ακριβές αντίγραφο των πιο παρωχημένων απόψεων της Δεξιάς, που οδήγησαν στην τοποθέτηση της Αριστεράς εκτός συνταγματικού πλαισίου μέχρι την πτώση της δικτατορίας. Αλλά έχει ενδιαφέρον το επιχείρημα του υπουργού Ανάπτυξης, ο οποίος παραδέχεται τον αντιδημοκρατικό χαρακτήρα των κυβερνητικών παρεμβάσεων, ανεξάρτητα από τις προσχηματικές δικαιολογίες του.
Πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή υπήρξε η πάγια θέση του εδώ και αρκετά χρόνια. Εφτανε μάλιστα να υποστηρίξει ακόμα και τον Τσάβες, τον ηγέτη της Βενεζουέλας που υπήρξε το κόκκινο πανί για τα υπόλοιπα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας. Μιλώντας στην τηλεοπτική εκπομπή του την εποχή που είχε πρωτοεκλεγεί βουλευτής με τον ΛΑΟΣ, ο Αδωνις Γεωργιάδης είχε εκφράσει την άποψη ότι αν βρισκόταν στη Βενεζουέλα, θα ήταν οπαδός του Τσάβες. «Δεν μπορώ να σχολιάσω τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος στη Βενεζουέλα, δεν έχω εικόνα αν κέρδισε τελικώς το δημοψήφισμα αυτό ο πρόεδρος Τσάβες ή όχι. Εγώ αν ήμουν στη Βενεζουέλα σίγουρα θα ψήφιζα υπέρ, παρόλο που η ιδέα ότι ένας άνθρωπος να μένει για πολύ καιρό στην εξουσία δεν με βρίσκει σύμφωνο. Δεν είναι δημοκρατία η του ενός ανδρός αρχή, αλλά εκεί, για τη Λατινική Αμερική, για μια περιοχή που έχει δεινοπαθήσει από τις επεμβάσεις των ξένων δυνάμεων, ίσως κάποιες περίοδοι τέτοιου είδους σκληρού καθεστώτος να είναι κάπως πιο κατανοητές» («Τηλεάστυ», 3.12.2007).
Ο θαυμασμός για τους δικτάτορες
Ολοι γνωρίζουμε βέβαια ότι ο κ. Γεωργιάδης δεν είναι ούτε μαθητής του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε θαυμαστής του Τσάβες. Ο δάσκαλός του δεν είναι άλλος από τον Κώστα Πλεύρη, τον ιδρυτή του νεοφασιστικού «Κόμματος 4ης Αυγούστου». Από τον Κ. Πλεύρη ο κ. Γεωργιάδης έχει κληρονομήσει τον παθολογικό θαυμασμό προς τον δικτάτορα της 4ης Αυγούστου. Ο Κ. Πλεύρης βέβαια στη βιογραφία του Μεταξά που έχει συγγράψει δεν παραλείπει να εκθειάσει τον ακραίο χαρακτήρα της δικτατορίας του καθώς και την ιδιαίτερη ιδεολογική συγγένεια με το ναζιστικό καθεστώς.
Ο Γεωργιάδης είναι υποχρεωμένος σώνει και καλά να εμφανίσει τον Μεταξά ως «δημοκράτη», προκειμένου να δικαιολογήσει τη δική του αγάπη: «Οπως ξέρετε, ο Ιωάννης Μεταξάς εξελέγη από τη Βουλή των Ελλήνων πρωθυπουργός στις αρχές του 1936, την άνοιξη συγκεκριμένα, και στις 4 Αυγούστου του 1936 ζήτησε από τον τότε βασιλέα της Ελλάδος Γεώργιο Β΄ την άρση συγκεκριμένων άρθρων του Συντάγματος, βάσει της εντολής που είχε από τη Βουλή των Ελλήνων τότε. Ολα γίνανε απολύτως νόμιμα. Βάσει του τότε Συντάγματος» («Τηλεάστυ», 3.11.2009).
Και λίγους μήνες αργότερα ο Γεωργιάδης επανερχόταν: «Ο Ιωάννης Μεταξάς υπηρέτησε τον κοινοβουλευτισμό στο μεγαλύτερο διάστημα του βίου του. Ουδέποτε δε κατηγορήθηκε από κανέναν ως προς το ότι χρησιμοποίησε τις μπουνιές ως μέσον πολιτικού αγώνος. Υπήρξε επί σειρά ετών βουλευτής, αρχηγός κόμματος (των Ελευθεροφρόνων), σύμβουλος του Βασιλέως, του Πρωθυπουργού κ.λπ. Εξελέγη Πρωθυπουργός από τη Βουλή των Ελλήνων κατόπιν εντολής του Βασιλέως και προχώρησε στην άρση των πολιτικών ελευθεριών την 4η Αυγούστου του 1936 κατόπιν εντολής του Βασιλέως και με τη σύμφωνη γνώμη της τότε Βουλής. Κυβέρνησε σε περίοδο τρομακτικών εντάσεων (Μεσοπόλεμος) και, όσο και αν ακούγεται παράδοξο, ό,τι έκανε έγινε μέσα στα πλαίσια του τότε Συντάγματος. Δεν κατέβασε τα τανκς, ούτε έκανε όπως πολλοί νομίζουν πραξικόπημα. Ελαβε νομίμως την εξουσία και την ήσκησε κατά τον τρόπο που εκείνος πίστευε καλλίτερα στα πλαίσια εκείνης της ταραγμένης εποχής. Με τη Χρυσή Αυγή, λοιπόν, καμία απολύτως σχέση» (18.3.2010).
Ηταν τόσο ακραία η τοποθέτησή του, που την επομένη αισθάνθηκε υποχρεωμένος να διευκρινίσει: «Ποτέ δεν είπα ότι ο Ιωάννης Μεταξάς ήταν πιστός κοινοβουλευτικός. Είπα ότι δεν ήταν οπαδός του μπάχαλου και του χάους. Δηλαδή δράσις τύπου Χρυσής Αυγής ούτε κατεγράφη, ούτε υπήρξε από τον Ιωάννη Μεταξά. Αν λοιπόν τον θαυμάζεις δεν μπορείς να πηγαίνεις και να ρίχνεις ξύλο στις πλατείες... Ο Μεταξάς νίκησε το σύστημα εκ των έσω!... Αρα σίγουρα πιο πολύ για δράσι τύπου ΛΑΟΣ μού μοιάζει, παρά για Χρυσή Αυγή» (19.3.2010)».
Ο εξωραϊσμός της περιόδου Μεταξά από τον Γεωργιάδη είναι βέβαια εντελώς αστήρικτος και ανιστόρητος, αλλά είναι απολύτως αποκαλυπτικός για τον τρόπο που αντιλαμβάνεται ο υπουργός Ανάπτυξης τη δημοκρατία και τον κοινοβουλευτισμό. Ο κ. Γεωργιάδης ονειρεύεται να «νικήσει το σύστημα εκ των έσω», όπως ο Μεταξάς! Γνωρίζουμε βέβαια πού οδήγησε αυτή η «νίκη» του δικτάτορα.
Το μίσος προς τη Νέα Δημοκρατία
Ας μη φανταστεί κανείς ότι η ομολογημένη ανοχή του κ. Γεωργιάδη προς τις αντιδημοκρατικές πρακτικές και ο θαυμασμός του προς τους δικτάτορες περιορίζεται στη σύγκρουσή του με την Αριστερά. Την ίδια στάση είχε πριν από λίγα χρόνια και απέναντι στο κόμμα του οποίου σήμερα είναι αντιπρόεδρος. «Το επικίνδυνο κόμμα στην πολιτική μας ζωή σήμερα λέγεται ΣΥΡΙΖΑ» έλεγε. Και πρόσθετε: «Το επικίνδυνο λόγω ιδεολογίας. Το επικίνδυνο λόγω ανικανότητας δυστυχώς λέγεται Νέα Δημοκρατία» («Τηλεάστυ», 10.12.2008).
Μάλιστα δεν δίσταζε να στραφεί εναντίον των προέδρων του κόμματος με οξύτατους χαρακτηρισμούς: «Είναι παντελώς ακατάλληλος γι’ αυτή τη θέση ο Κώστας Καραμανλής. Κάθε μέρα το αποδεικνύει. Οποιος λέει ότι εμείς είμαστε δήθεν ακροδεξιοί είναι ψεύτης και συκοφάντης». (2.7.2007) Και επειδή οι οπαδοί του ήταν πάντοτε αντικομμουνιστές και αριστεροί, ο κ. Γεωργιάδης δεν δίσταζε να χαρακτηρίσει «αριστερό» το σημερινό του κόμμα: «Σας μιλώ ειλικρινά, πάρτε τα πρακτικά από τη συζήτηση για να διαπιστώσετε ότι η σημερινή Νέα Δημοκρατία κείται αριστερότερα του ΠΑΣΟΚ!» (24.4.2010).
Λίγο καιρό αργότερα θα υποστηρίξει το ακριβώς αντίθετο, ότι «υπάρχει κάποιου είδους διασύνδεση» μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και Χρυσής Αυγής. «Αυτό είναι πλέον ολοφάνερο!» (24.1.2011). Οι επιθέσεις του εναντίον στελεχών της Νέας Δημοκρατίας δεν περιορίζονταν στους κορυφαίους (Κώστας Καραμανλής, Ντόρα Μπακογιάννη). Ακόμα και τους συναδέλφους του στο σημερινό υπουργικό συμβούλιο έλουζε με τα χειρότερα λόγια. Οταν ο ΛΑΟΣ δεν υποστήριξε τον Βασίλη Κικίλια για την υπερνομαρχία τον Νοέμβριο του 2010, εξήγησε: «Εάν δηλαδή ο κ. Σαμαράς επέλεγε για υποψήφιο περιφερειάρχη έναν χιμπαντζή, εμείς θα έπρεπε να τον υπερψηφίσουμε επειδή είναι Νέα Δημοκρατία; (Προς Θεού δεν υπαινίσσομαι ότι ο κ. Κικίλιας είναι χιμπαντζής.)». Και βέβαια αντιδρούσε έντονα στην πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη για μείωση του αριθμού των βουλευτών σε 200 και σε προτάσεις για κατάργηση των βουλευτικών αυτοκινήτων και μείωση της βουλευτικής αποζημίωσης: «Ολες αυτές οι απόψεις είναι βαθύτατα αντικοινοβουλευτικές» (9.6.2011). Και την επομένη: «Οι πολιτείες έχουν ιεραρχίες! Π.χ. λένε να μην έχουν οι βουλευτές αυτοκίνητα. Με την ίδια λογική στον στρατό, ο στρατηγός, ο ταξίαρχος κ.λπ. να μην έχουν αυτοκίνητα, να κινούνται με ταξί ή και με ωτοστόπ; Θυμάμαι στον στρατό ότι βλέπαμε το αυτοκίνητο του στρατηγού που ήταν πολύ καλό με τα αστέρια του, μετά του ταξιάρχου λίγο λιγότερο καλό με λιγότερα αστέρια κ.λπ. Λέγεται ιεραρχία. […] Η κοινοβουλευτική ιεραρχία καλώς ή κακώς έχει στην κορυφή, ή τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε, να είναι τους βουλευτές! Πώς θα γίνει δηλαδή, θα τα ισοπεδώσουμε;» (10.6.2011).
Ο δε Κυριάκος Μητσοτάκης, σύμφωνα με τον κ. Γεωργιάδη, τα έλεγε αυτά επειδή «είναι ζάπλουτος», ενώ οι προτάσεις του «εάν εφαρμοστούν, απλώς θα μειώσουν δραματικά τις επιλογές σας και θα κάνουν τις εκλογές καθαρά τυπική και στημένη διαδικασία» (11.6.2011). Και τελικά: «Ας πάρουμε για παράδειγμα τον ίδιο τον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη. Τι έχει κάνει για την Ελλάδα ή για τη Νέα Δημοκρατία ώστε να εκλέγεται στις πρώτες θέσεις της μεγαλύτερης εκλογικής περιφέρειας της χώρας; Και αφού εξελέγη, και μάλιστα πρώτος, μετά τι έκανε;» (12.6.2011).
Η απέχθεια προς την αλήθεια
Βέβαια ο κ. Γεωργιάδης δεν είναι ιδεολόγος. Τις ακραίες αυτές θέσεις τις διατυπώνει επειδή θεωρεί ότι «πουλάνε». Ως άλλος Γκράουτσο Μαρξ είναι έτοιμος να δηλώσει ότι «αυτές είναι οι αρχές μου, αλλά αν δεν σας αρέσουν έχω και άλλες». Η σχέση του κ. υπουργού με την αλήθεια είχε αποκαλυφτεί με παράδοξο τρόπο την περίοδο που η σύζυγός του παρουσίαζε ένα άθλιο τηλεριάλιτι με τίτλο «Η στιγμή της αλήθειας!».
Μιλώντας σε κλειστό κύκλο οπαδών του ο κ. Γεωργιάδης είχε ρίξει όλη την ευθύνη στη σύζυγό του. «Υπάρχει κανένας εδώ να με έχει ακούσει να είπα ότι εγώ σας καλώ να δείτε αυτό το παιχνίδι στην τηλεόραση; Εγώ είπα το ακριβώς αντίθετο. Εγώ είπα ότι όπως όλα τα ριάλιτι τα θεωρώ τηλεσκουπίδια, το ίδιο είπα στην εκπομπή μου, ότι αυτό που παρουσιάζει η γυναίκα μου είναι το ίδιο τηλεσκουπίδι. Και δεν καλώ κανέναν να το δει. Τελεία. Αν σου πω εγώ επειδή είναι η γυναίκα μου δες το, να ’ρθεις και να με φτύσεις. Τώρα, τις επαγγελματικές επιλογές της γυναίκας μου, στη γυναίκα μου» (20.10.2008). Αλλά η σύζυγός του τον είχε ήδη διαψεύσει. Μια μέρα νωρίτερα έλεγε στην «Ελευθεροτυπία» ότι εκείνος που τον προέτρεψε να παρουσιάζει την εκπομπή ήταν ο κ. Γεωργιάδης, ο οποίος της έλεγε: «Μακάρι να γίνει (το ριάλιτι) γιατί είναι ένα μεγάλο κανάλι και ενδεχομένως να βρεις ανθρώπους που να μπορούν να σε βοηθήσουν και στον άλλο σου τομέα». Και σε άλλο σημείο η κ. Μανωλίδου ήταν ακόμα πιο αποκαλυπτική: «Μα ο λόγος που δέχτηκα να κάνω τη “Στιγμή της αλήθειας” ήταν η επιμονή του Αδώνιδος. Εγώ δεν ήθελα καθόλου αυτό το παιχνίδι. Ημουν πολύ αρνητική. Εκείνος μου είπε: “Ξεκίνα και, αν δεν σου αρέσει, όταν τελειώσει ο κύκλος, σταματάς”».
Αυτός είναι ο κ. Γεωργιάδης. Με αυτά τα πολιτικά εφόδια έχει αναλάβει το σημαντικότερο υπουργείο, μόνο και μόνο επειδή ο πρωθυπουργός τού χρωστά ευγνωμοσύνη για τη βοήθειά του να εκλεγεί στην προεδρία του κόμματος, αλλά και επειδή με την ιδιότυπη ρητορική του προσελκύει το ακροδεξιό εκλογικό ακροατήριο.
Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου