Το έγκλημα είναι ομολογημένο! Το μεγάλο σκάνδαλο της Siemens, που έκλεισε την περασμένη εβδομάδα χωρίς να καταλογιστούν ευθύνες είτε στα πρώην μεγαλοστελέχη της Siemens που είχαν ομολογήσει πράξεις δωροδοκίας είτε στους υπεύθυνους των πολιτικών κομμάτων που είχαν δεχτεί τις λεγόμενες χορηγίες της γερμανικής εταιρείας, τελείωσε άδοξα επικυρώνοντας την άποψη που έχει πλέον διαμορφώσει η ελληνική κοινή γνώμη: οι πολιτικοί, οι εκπρόσωποι των κομμάτων, οι άνθρωποι του συστήματος γενικότερα που διακινούν ή αποδέχονται μίζες δεν πληρώνουν ποτέ, δεν τους καταλογίζονται ευθύνες, δεν έχουν τίποτα να χάσουν ανά τις δεκαετίες μετά τη Μεταπολίτευση.
Ο καταλογισμός ευθυνών για το σκάνδαλο της Siemens ακολούθησε την τύχη όλων των πολιτικών σκανδάλων που ξέσπασαν την τελευταία εικοσαετία στην Ελλάδα, όπως της Novartis, της λίστας Λαγκάρντ, των Paradise Papers, των Panama Papers, του Βατοπεδίου, των δομημένων ομολόγων, του χρηματιστηρίου κ.λπ.
Από το 2006
Και όμως. Όταν το 2006 εντοπίστηκαν από τις ελβετικές Αρχές τα πρώτα εκατομμύρια ευρώ των μαύρων ταμείων της γερμανικής εταιρείας για να εξασφαλίσει συμβόλαια 1,3 δισ. ευρώ για τα έτη 1990-2006, την προσοχή των ερευνητών τόσο στη Γερμανία όσο και στην Ελβετία τράβηξε ένα όνομα Έλληνα στελέχους της Siemens Ελλάς που είχε αποδεχτεί τουλάχιστον 42 εκατομμύρια ευρώ από τα μαύρα ταμεία. Ήταν αυτό του Πρόδρομου Μαυρίδη, ο οποίος την περασμένη εβδομάδα απηλλάγη επίσης από τις κατηγορίες της ενεργητικής δωροδοκίας μαζί με άλλα 18 πρώην στελέχη της Siemens αλλά και του ΟΤΕ.
Όπως είναι γνωστό, εκτός από αυτόν απηλλάγη και ο Μιχάλης Χριστοφοράκος, πρώην ισχυρός άνδρας της εταιρείας στην Ελλάδα, που είχε τις επαφές με τους πολιτικούς αλλά και τους επικεφαλής του συστήματος που κινούσαν τα νήματα στις προμήθειες των τηλεπικοινωνιών στη χώρα μας.
Το 2007 ακολούθησαν έφοδοι στα κεντρικά γραφεία της γερμανικής εταιρείας, όπου βρέθηκαν όλα: σημειώματα με διακίνηση εμβασμάτων ύψους 100 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες εντός και εκτός Ευρώπης προς στελέχη δημοσίων οργανισμών, κομμάτων, αλλά και στελεχών κρατικών ταμείων. Οι Γερμανοί, ακολουθώντας την κουλτούρα των εταιρειών τους, τα κατέγραφαν όλα. Είχαν καταγράψει ακόμα και επεισόδιο σε ελβετικό χωριό όπου η Siemens διατηρούσε θυρίδες με τα μαύρα ταμεία και όπου φαινόταν γυναίκα Έλληνα πολιτευτή να εισπράττει μίζα σε βαλίτσα, η βαλίτσα να μπλοκάρει και εκείνη να επιχειρεί να την ανοίξει με μαχαίρι του ξενοδοχείου. Ευτυχώς τηλεφώνησε σε έναν από τους ταμίες που έδιναν τις μίζες και εκείνος, έντρομος, την απέτρεψε από το άνοιγμα της Samsonite, λέγοντάς της ότι κινδυνεύει να ανατιναχτεί!
Η Γερμανίδα εισαγγελέας Μπόιμλερ, αξιοποιώντας στο έπακρο την έφοδο των 30 συναδέλφων της στα κεντρικά ταμεία της Siemens, κάλεσε τους δύο ταμίες της εταιρείας, Ράινχαρτ Σίκατσεκ και Μάικλ Κουτσενρόιτερ, και κρατώντας τους στην Εισαγγελία τούς ανέκρινε επί ώρες για το πώς παρέδιδαν ή έστελναν τις μίζες στην Ελλάδα. Κυρίως όμως τους ρώτησε και εκείνοι ομολόγησαν για τους αποδέκτες αυτών των μιζών. Τα είπαν όλα.
Μίζες σε μετρητά
Τη δεκαετία του 1990, σύμφωνα με τις απολογίες τους, που αποτελούν μέρος της ελληνικής δικογραφίας, οι μίζες παραδίδονταν σε μετρητά, σε στελέχη του ΟΤΕ και στους άλλους που αποφάσιζαν για τις προμήθειες των τηλεπικοινωνιών, από λογαριασμούς που κρατούνταν σε Αυστρία, Γερμανία, Σάλτσμπουργκ, Ίνσμπουργκ και Μόναχο. Περιέγραψαν ταξίδια χλιδής σε θέρετρα της Αυστρίας, όπως το Σάλτσμπουργκ και το Κίτσμπιελ, όπου εκείνοι που εισέπρατταν τις μίζες συνδύαζαν τις χειμερινές τους διακοπές με τις παραδόσεις των μιζών μόνο με την επίδειξη της ταυτότητάς τους. Παράλληλα, ανέφεραν παρόμοιες παραδόσεις χορηγιών σε πολιτικά στελέχη ελληνικών κυβερνήσεων και για τις προμήθειες των Ολυμπιακών Αγώνων και κυρίως για το σύστημα ασφαλείας C4I στο οποίο η Siemens είχε ρόλο υπεργολάβου.
Για την περίοδο μετά το 2000 και λόγω της θέσπισης ισχυρής νομοθεσίας κατά της διαφθοράς στη Γερμανία, τα χρήματα διοχετεύτηκαν στη χώρα μας από κρυφά ταμεία της Siemens μέσω δύο υπεράκτιων offshore εταιρειών και έφτασαν στους τελικούς αποδέκτες τους μέσω Ελλήνων χρηματιστών. Από αυτά τα χρήματα, πολλά φαίνεται να κατέληξαν σε κομματικά ταμεία και διαχειριστής αυτών των χρημάτων, εκτός από τον Πρόδρομο Μαυρίδη, που ήταν υπεύθυνος για τα στελέχη του ΟΤΕ, κύριο ρόλο φαίνεται να κατείχε ο Μιχάλης Χριστοφοράκος.
Από τις καταθέσεις τους αναδείχτηκε και ο ρόλος του ισχυρού άνδρα της εταιρείας μετά το 1997 Μιχάλη Χριστοφοράκου, ο οποίος φαίνεται ότι είχε προνομιακές σχέσεις με υπουργούς, πολιτικά πρόσωπα, ιδιαίτερα όμως με την οικογένεια Μητσοτάκη.
Οι γερμανικές δικαστικές Αρχές έκαναν το καθήκον τους και έστειλαν αίτημα δικαστικής συνδρομής στην Ελλάδα, στην ελληνική Εισαγγελία Πρωτοδικών, και η πρώτη προκαταρκτική εξέταση άρχισε από τον εισαγγελέα Παναγιώτη Αθανασίου. Στη συνέχεια, η δημοσιογράφος Αριστέα Μπουγάτσου δημοσίευσε στην Ελευθεροτυπία τις πρώτες απολογίες των δύο ανθρώπων που είναι γνωστοί ως ταμίες της Siemens, Σίκατσεκ και Κουτσενρόιτερ, και προκλήθηκε στην Ελλάδα ένας πραγματικός πολιτικός σεισμός. Το Πάσχα του 2008 δημοσιεύτηκε στην κυριακάτικη Ελευθεροτυπία το χειρόγραφο σημείωμα ενός άλλου σημαντικού κρίκου στην αλυσίδα των μιζών της Siemens, του Χρήστου Καραβέλα, ο οποίος κατέγραψε με ημερομηνίες και ποσά πώς κατευθύνονταν οι μίζες στη χώρα μας, μέσω ποιων λογαριασμών πληρώνονταν, αλλά και ποιοι ήταν οι αληθινοί αποδέκτες.
Οι δικαστικές εξελίξεις ήταν ραγδαίες: Άρχισε ανάκριση με τον ανακριτή Ζαγοριανό, ο πρώην σύμβουλος του Κώστα Σημίτη Θοδωρής Τσουκάτος παραδέχτηκε τον Ιούνιο του 2008 ότι το 1999 έλαβε 1.000.000 γερμανικά μάρκα από την εταιρεία, που σταδιακά μπήκαν στα ταμεία του ΠΑΣΟΚ.
Ανοιξε ο δρόμος το 2010
Το 2010 συγκροτήθηκε Εξεταστική Επιτροπή στην Ελληνική Βουλή με πρόεδρο τον βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Σήφη Βαλυράκη, ο οποίος φάνηκε αποφασισμένος να διερευνήσει σε βάθος την υπόθεση. Τον Μάιο του 2010 ο πρώην υπουργός Μεταφορών Τάσος Μαντέλης, πιστεύοντας ότι είχε διαφύγει τον κίνδυνο ποινικού καταλογισμού, παραδέχτηκε ενώπιον της επιτροπής ότι το 1998 και το 2000 είχε πάρει αντίστοιχα 200.000 και 300.000 γερμανικά μάρκα από τη Siemens. Το αδίκημα της δωροδοκίας είχε παραγραφεί, αλλά με νόμο που θεσπίστηκε επί Γεωργίου Παπανδρέου από τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης Χάρη Καστανίδη άνοιξε ο δρόμος για ποινικό καταλογισμό στις μίζες για ξέπλυμα βρόμικου χρήματος.
Κορυφαία επεισόδια στη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης που γίνονταν παράλληλα με τις εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής ήταν βέβαια το γεγονός ότι το 2009 οι Μιχάλης Χριστοφοράκος και Χρήστος Καραβέλας έφυγαν από την Ελλάδα, ουσιαστικά μπαίνοντας σε ένα αεροπλάνο, αφού ο ανακριτής Ζαγοριανός δεν τους είχε επιβάλει απαγόρευση εξόδου λίγο πριν απολογηθούν. Το γεγονός αυτό οδήγησε στην παραπομπή του Ζαγοριανού για κατάχρηση εξουσίας, αλλά η τότε ηγεσία της Δικαιοσύνης τον απάλλαξε από κάθε καταλογισμό ποινικής ευθύνης. Ο Μιχάλης Χριστοφοράκος συνελήφθη στο Μόναχο το 2009, οδηγήθηκε μάλιστα στις γερμανικές φυλακές, ενώ ως κρατούμενος απολογήθηκε στην εισαγγελέα Μπόιμλερ, όπου περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια το πώς έδινε τα χρήματα στα ταμεία των δύο κομμάτων, ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας, καθώς και σε ένα μικρότερο κόμμα, όπως είπε τότε, που δεν βρισκόταν πια στη Βουλή.
Ανάκριση Χριστοφοράκου
Από τις κορυφαίες ενέργειες της Εξεταστικής Επιτροπής ήταν βεβαίως η αποστολή Ελλήνων βουλευτών στο Μόναχο τον Οκτώβριο του 2010, όπου ανέκριναν επί ώρες τον Μιχάλη Χριστοφοράκο, που στο μεταξύ είχε αφεθεί ελεύθερος. Ο συγκεκριμένος με προσεκτικά επιλεγμένες λέξεις δήλωσε, απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις: «Δεν έχω δώσει ποτέ χρήματα σε πολιτικούς για προσωπική τους χρήση». Τους αποκάλυπτε εμμέσως πλην σαφώς δηλαδή ότι είχε δώσει χρήματα σε κομματικά ταμεία, αλλά προκαλεί εντύπωση γιατί οι βουλευτές σε αυτή την ανάκριση δεν τον ρώτησαν ποια ήταν τα κόμματα που είχε δώσει χρήματα.
Στις 27 Οκτωβρίου του 2010 ο Μιχάλης Χριστοφοράκος έδωσε και τις πρώτες του συνεντεύξεις σε Έλληνες δημοσιογράφους κατεβαίνοντας από την Εισαγγελία του Μονάχου και ήταν στην ΕΡΤ και στο Βήμα (Γιάννα Παπαδάκου), καθώς και στο Πρώτο Θέμα (Χρήστο Μπόκα).
Εκτός από τον Μιχάλη Χριστοφοράκο, στη συνάντηση αυτή του Μονάχου καταθέσεις έδωσαν και όλα τα σημαντικά στελέχη της Siemens και ο επικεφαλής της γερμανικής Siemens Φον Πίρερ, ο οποίος βέβαια λίγο αργότερα έγινε σύμβουλος της Άνγκελα Μέρκελ για θέματα επενδύσεων. Ήταν κατηγορούμενος στην ελληνική δικογραφία για δωροδοκίες, απηλλάγη πάντως με την πρόσφατη απόφαση του Δευτεροβάθμιου Εφετείου.
Δώρα στον Μητσοτάκη
Στο μεταξύ, στην Ελλάδα η δεκάμηνη περίοδος των εργασιών της Εξεταστικής Επιτροπής αποκάλυψε και άλλα ενδιαφέροντα: ότι δηλαδή στη Siemens μπαινόβγαιναν πολιτικά στελέχη, υπουργοί, ενώ το περίφημο ημερολόγιο της γραμματέως του Μιχάλη Χριστοφοράκου αποκάλυψε και τα δώρα που είχαν δοθεί στην οικογένεια Μητσοτάκη, όπως τηλεφωνικό κέντρο στον Κυριάκο Μητσοτάκη, οικιακές συσκευές σε άλλα μέλη της οικογένειας κ.λπ. Πάντως το τηλεφωνικό κέντρο του Κυριάκου Μητσοτάκη φαίνεται ότι πληρώθηκε από τον ίδιο αμέσως μετά τις καταθέσεις ενώπιον εισαγγελέα του λογιστή της Siemens. Για παροχές σε πολιτικά πρόσωπα είχε μιλήσει και ο προϊστάμενος του λογιστηρίου του Siemens, ο οποίος παρέδωσε ντοσιέ με παραστατικά από δωρεές και χορηγίες της Siemens σε πολιτικά πρόσωπα. Οι συγκεκριμένες χορηγίες πάντως δεν καταλογίστηκαν ως ποινικά κολάσιμες πράξεις από τους εισαγγελείς και ανακριτές στη χώρα μας.
Αίσθηση προκάλεσε και η κατάθεση της γραμματέως του Μιχάλη Χριστοφοράκου Αικατερίνης Τσακάλου, η οποία προσκόμισε στην ανάκριση και στην Εξεταστική Επιτροπή δεκάδες επιστολές, καταλόγους με δώρα σε σημαντικά πρόσωπα στη χώρα μας και φυσικά και σε πολιτικούς. Την ίδια εποχή αποκαλύφθηκε και η ύπαρξη εξοχικού σπιτιού του Χριστοφοράκου πολύ κοντά με το εξοχικό σπίτι των Κυριάκου και Μαρέβας Μητσοτάκη. Και το όνομα όμως του Αντώνη Σαμαρά ενεπλάκη στην υπόθεση με την κατάθεση του πρώην μπατζανάκη του Ευάγγελου Σέκερη, ο οποίος καταθέτοντας και στην πρωτοβάθμια δίκη της Siemens δεν αρνήθηκε τις σχέσεις Χριστοφοράκου- Σαμαρά.
Μετά την αποπομπή από την ανάκριση του Ζαγοριανού την υπόθεση αναλαμβάνουν ειδικοί εφέτες ανακριτές, οι Νικολακέα και Πιπιλίγκας. Εισαγγελέας της υπόθεσης ήταν ο Ισίδωρος Ντογιάκος, σημερινός εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
Το 2012 γίνεται συμβιβασμός μεταξύ της Siemens και του Ελληνικού Δημοσίου, όπου η εταιρεία ομολογεί τις πράξεις διαφθοράς και αναλαμβάνει υποχρέωση για επενδύσεις στην Ελλάδα, για υποτροφίες σε φοιτητές, αλλά και για σεμινάρια κατά της διαφθοράς! Οι επενδύσεις δεν έγιναν ποτέ και η εταιρεία μετέφερε το κέντρο λήψης αποφάσεων από την Ελλάδα στην Ιταλία. Φυσικά δεν πλήρωσε στο Ελληνικό Δημόσιο ούτε ένα ευρώ.
Οι δύο δίκες για το σκάνδαλο της Siemens ήταν υπονομευμένες από την αρχή, αφού στο παραπεμπτικό βούλευμα του πρώτου βαθμού δεν αναφέρεται ούτε λέξη για τα χρήματα που μπήκαν στα κομματικά ταμεία από τη Siemens. Ο Θεόδωρος Τσουκάτος δήλωσε στο Πρωτόδικο Δικαστήριο ότι εκτός από τη Siemens χορηγίες έπαιρνε το ΠΑΣΟΚ και από άλλες εταιρείες. Έδωσε μάλιστα κατάλογο στην Εισαγγελία Διαφθοράς με τα ποσά αυτών των εταιρειών. Ο κ. Τσουκάτος απηλλάγη πρωτόδικα από κάθε ευθύνη για τα χρήματα που πήρε, χωρίς όμως να γίνει έρευνα και για τις συνθήκες που μπήκαν στο κομματικό ταμείο του ΠΑΣΟΚ 1.000.000 γερμανικά μάρκα.
Φωτεινή εξαίρεση η Νικολακέα
Η πρόσφατη απόφαση του Εφετείου για παραγραφή ή αθώωση των εμπλεκομένων στο σκάνδαλο της Siemens οφείλεται στην καθυστέρηση της διερεύνησης της υπόθεσης από τους ανακριτές, με φωτεινή εξαίρεση την ανακρίτρια Μαρία Νικολακέα, στην εργαλειοποίηση της Δικαιοσύνης στο κουκούλωμα της υπόθεσης, αλλά κυρίως στην έλλειψη εργαλείων από τη νομοθεσία μας στον έλεγχο των πολιτικών προσώπων στον κατάπτυστο νόμο περί ευθύνης υπουργών. Άλλωστε, εκτός από τη δίκη για τη σύμβαση 8002 του ΟΤΕ που τελείωσε πρόσφατα, στο αρχείο μπήκαν και οι υποθέσεις του C4I αλλά και τα σκάνδαλα των τρένων και των εξοπλιστικών με προμηθεύτρια την εταιρεία Siemens.
Εφημερίδα Αυγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου