Πικρή διαπίστωση: στην εγχώρια πολιτική σκηνή, τα μεγέθη συρρικνώνονται διαρκώς. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει στο προσκήνιο ούτε ένας – αριθμός: 1 – πολιτικός με χαρακτηριστικά ταγού. Κάποιος που διεκδικεί γενικότερο σεβασμό και εμπιστοσύνη, ανεξάρτητα από την ιδεολογία του – αν υπάρχουν πλέον δημόσια πρόσωπα με ιδεολογία.
Έτσι εξηγείται γιατί όλο και περισσότεροι πολίτες δεν θέλουν ούτε να βλέπουν τους σημερινούς πολιτικούς, με όποια φανέλα και αν κατεβαίνουν στο γήπεδο.
Ιδίως όσους την αλλάζουν, ανάλογα με τη σεζόν.
Οι κυβερνητικοί του Μητσοτάκη προκαλούν αποστροφή. Οι Συριζαίοι του Κασσελάκη είναι για λύπηση. Στο – ακέφαλο – ΠΑΣΟΚ, αν εξαιρεθούν ο Γερουλάνος με τον Κατρίνη που αποπνέουν σοβαρότητα, οι διαγωνιζόμενοι για την ηγεσία εκπέμπουν αμοραλισμό.
Σε μικρότερα σχήματα, συνυπάρχουν σούργελα, αλαφροΐσκιωτοι και ακραίοι.
Με αυτά τα χαρακτηριστικά, σε όλο το εύρος του πολιτικού φάσματος, η πολιτική συναγωνίζεται σε κακή φήμη τη δημοσιογραφία, που παράγει τους δικούς της δακτυλοδεικτούμενους αστέρες.
Η δουλειά των δημοσιογράφων είναι να αναζητούν την αλήθεια, ταγμένοι στην υπηρεσία της ενημέρωσης και της Δημοκρατίας. Τα αναφέρει και το καταστατικό της ΕΣΗΕΑ – για όσους δεν θεωρούν ότι ο ρόλος του απεργοσπάστη εναντίον της, είναι… προσόν.
Στη διαδρομή της ελληνικής δημοσιογραφίας, αλλά και σήμερα, συναντούμε εκπροσώπους της που τιμούν το επάγγελμα και την αποστολή του.
Αλλά στον Τύπο, τη Ραδιοτηλεόραση ή το Διαδίκτυο, αν δεν αυξάνονται, πάντως κάνουν όλο και πιο έντονη την παρουσία τους όσοι δίνουν την εντύπωση ανθρώπων αμφίβολης ηθικής και περιορισμένης ακεραιότητας.
Η δημοσιογραφία δεν μπορεί να εφάπτεται με συστήματα που προάγουν τη σήψη και τη διαφθορά, ούτε να ασκείται με φερέφωνα εξουσιών και συμφερόντων.
Αποτελεί στίγμα για τον κλάδο ότι ένα μέρος του συμπεριφέρεται ως στρατός κυβερνητικής προπαγάνδας, συνδυαστικά με όσους μετέχουν σε αθέμιτες συναλλαγές προσωπικής ιδιοτέλειας.
Πάντα συνέβαινε σ’ ένα βαθμό, αλλά πλέον βγάζει μάτι. Ιδίως στις περιπτώσεις δημοσιογράφων που επιδεικνύουν τα σύμβολα του ανόμου πλουτισμού τους και τις ιδιοτελείς επαφές τους με το κυβερνών σύστημα.
Ένας – εμφανής – ιστός παγιδεύει την ενημέρωση στην άκριτη υποστήριξη της κυβερνητικής αυθαιρεσίας.
Οι συμπεριφορές δημοσιογράφων στα σκάνδαλα Novartis και υποκλοπών, στο ναυάγιο της Πύλου, στο έγκλημα των Τεμπών και στη διαρκή παράκαμψη του κράτους Δικαίου, χαρακτηρίζουν αρνητικά – και στον διεθνή χώρο – την ενημέρωση στην Ελλάδα.
Από καιρό το εγχώριο μιντιακό σύστημα βρίσκεται εκτός ισορροπίας.
Η εύλογη εμπλοκή των ΜΜΕ στο πολιτικό παιχνίδι υπόκειται στην ισχύ του χρήματος και της πολιτικής.
Η προσφορά υπηρεσιών στην εξουσία, αντί για τον έλεγχό της, ανακυκλώνει διαρκώς την κρίση εμπιστοσύνης στην ενημέρωση και η πραγματική δημοσιογραφία δεν έχει διεξόδους άσκησης του ρόλου της.
Τις μπλοκάρουν δυο παράγοντες: το ιδιοκτησιακό καθεστώς και η κυβέρνηση. Μοιράζοντας, στα δημόσια και τα ιδιωτικά Μέσα, το παιχνίδι, χωρίς επαγγελματική αξιοκρατία.
Από αυτή την άποψη, η ευρεία δημοσιότητα που πήρε η απάντηση της Μαρίας Καρυστιανού σε ένα συγκεκριμένο άρθρο, για τον ρόλο της Δικαιοσύνης σε υποθέσεις σκανδάλων που βαρύνουν την κυβέρνηση, είναι ελπιδοφόρος δείκτης πορείας:
-Υποδηλώνει ότι υπάρχει και η δημοσιογραφία που συντάσσεται με την κοινωνία. Με κοινό παρονομαστή την απόρριψη της χειραγώγησης, από… χειραγωγουμένους της πολιτικής.
Του Γιώργου Λακόπουλου
IEIDISEIS.GR
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου