Οι μάσκες έπεσαν απότομα αυτή την εβδομάδα στην Ιταλία, για να αποκαλύψουν ένα πολιτικό και οικονομικό σύστημα σε σήψη. Η απόπειρα του Σίλβιο Μπερλουσκόνι να πείσει το κοινό ότι όλα πάνε καλά, δηλώνοντας «μα, τα εστιατόρια είναι γεμάτα», έπεσε στο κενό.
Η ανάκαμψη της Ιταλίας, που θα αργήσει πολύ, θα εμφανίσει μια εντελώς διαφορετική εικόνα της χώρας από αυτή που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα, με την ανεργία και τη φτώχεια να αυξάνονται. Για πολλούς Ιταλούς, όμως, οι δυσκολίες είχαν αρχίσει εδώ και χρόνια, με τη φιλανθρωπική οργάνωση Caritas να αναφέρει ότι 8 εκατομμύρια Ιταλοί ζουν ήδη κάτω από το όριο της φτώχειας.
Το κόστος ζωής στη χώρα είναι ιδιαίτερα υψηλό, εξαιτίας εν μέρει των κλειστών επαγγελμάτων που ρυθμίζουν προς όφελός τους τις τιμές. Οι προσπάθειες ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, όπως αυτές του Ρομάνο Πρόντι, αποδείχθηκαν εκλογικά καταστροφικές και ανεστάλησαν. Η ανάδειξη κυβέρνησης τεχνοκρατών ανοίγει την προοπτική αντιμετώπισης του φαινομένου αυτού.
Αλλη μεγάλη ελπίδα των Ιταλών είναι η επιβολή αξιοκρατικού συστήματος, που θα δώσει τέλος στο «καρκίνωμα» της raccomandazione (σύστασης ή μπιλιέτου) και της σκανδαλώδους εύνοιας των «γόνων επιφανών». Η λιτότητα μπορεί να οδηγήσει και σε ακόμη μία θετική εξέλιξη: την ενίσχυση του θεσμού της οικογένειας, η συσπείρωση της οποίας μπορεί να λειτουργήσει ως δικλίδα ασφαλείας για την αντιμετώπιση της ανεργίας των νέων.
Η πτώση του Μπερλουσκόνι θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε κατά μέτωπο επίθεση του κράτους εναντίον του οργανωμένου εγκλήματος, για οικονομικούς, περισσότερο από ηθικούς λόγους. Η «μαύρη οικονομία» στην Ιταλία αποτελεί άλλωστε 20% του κύκλου εργασιών της χώρας.
Η απαισιόδοξη -ή κατ’ άλλους ρεαλιστική- θεώρηση των εξελίξεων, όμως, θέλει τον Μπερλουσκόνι να εγκαταλείπει μεν την εξουσία, αλλά να κινεί τα νήματα από το παρασκήνιο, χάρη στην αυτοκρατορία των ΜΜΕ που διαθέτει. Τα τελευταία χρόνια, ο Καβαλιέρε απέδειξε την ικανότητά του να πράττει ακριβώς αυτό, με τα τηλεοπτικά του δίκτυα να επιτίθενται απηνώς εναντίον κάθε επικριτή του, συμπεριλαμβανομένου και του πάλαι ποτέ συμμάχου του, Τζιανφράνκο Φίνι.
Ο Μπερλουσκόνι μπορεί ακόμη να ακολουθήσει την επιτυχημένη του τακτική των ετών 2006-08, όταν ανέμεινε στην αντιπολίτευση για τη λαϊκή έκρηξη κατά των μεταρρυθμίσεων Πρόντι, προτού επανέλθει θριαμβευτικά στην εξουσία.
Ακόμη χειρότερα, η Ιταλία μπορεί να θυμηθεί το παρελθόν της, όταν οι εξτρεμιστικές τρομοκρατικές οργανώσεις της Δεξιάς και της Αριστεράς οδήγησαν στα λεγόμενα «μολυβένια χρόνια», από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Η ανάκαμψη της Ιταλίας, που θα αργήσει πολύ, θα εμφανίσει μια εντελώς διαφορετική εικόνα της χώρας από αυτή που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα, με την ανεργία και τη φτώχεια να αυξάνονται. Για πολλούς Ιταλούς, όμως, οι δυσκολίες είχαν αρχίσει εδώ και χρόνια, με τη φιλανθρωπική οργάνωση Caritas να αναφέρει ότι 8 εκατομμύρια Ιταλοί ζουν ήδη κάτω από το όριο της φτώχειας.
Το κόστος ζωής στη χώρα είναι ιδιαίτερα υψηλό, εξαιτίας εν μέρει των κλειστών επαγγελμάτων που ρυθμίζουν προς όφελός τους τις τιμές. Οι προσπάθειες ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, όπως αυτές του Ρομάνο Πρόντι, αποδείχθηκαν εκλογικά καταστροφικές και ανεστάλησαν. Η ανάδειξη κυβέρνησης τεχνοκρατών ανοίγει την προοπτική αντιμετώπισης του φαινομένου αυτού.
Αλλη μεγάλη ελπίδα των Ιταλών είναι η επιβολή αξιοκρατικού συστήματος, που θα δώσει τέλος στο «καρκίνωμα» της raccomandazione (σύστασης ή μπιλιέτου) και της σκανδαλώδους εύνοιας των «γόνων επιφανών». Η λιτότητα μπορεί να οδηγήσει και σε ακόμη μία θετική εξέλιξη: την ενίσχυση του θεσμού της οικογένειας, η συσπείρωση της οποίας μπορεί να λειτουργήσει ως δικλίδα ασφαλείας για την αντιμετώπιση της ανεργίας των νέων.
Η πτώση του Μπερλουσκόνι θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε κατά μέτωπο επίθεση του κράτους εναντίον του οργανωμένου εγκλήματος, για οικονομικούς, περισσότερο από ηθικούς λόγους. Η «μαύρη οικονομία» στην Ιταλία αποτελεί άλλωστε 20% του κύκλου εργασιών της χώρας.
Η απαισιόδοξη -ή κατ’ άλλους ρεαλιστική- θεώρηση των εξελίξεων, όμως, θέλει τον Μπερλουσκόνι να εγκαταλείπει μεν την εξουσία, αλλά να κινεί τα νήματα από το παρασκήνιο, χάρη στην αυτοκρατορία των ΜΜΕ που διαθέτει. Τα τελευταία χρόνια, ο Καβαλιέρε απέδειξε την ικανότητά του να πράττει ακριβώς αυτό, με τα τηλεοπτικά του δίκτυα να επιτίθενται απηνώς εναντίον κάθε επικριτή του, συμπεριλαμβανομένου και του πάλαι ποτέ συμμάχου του, Τζιανφράνκο Φίνι.
Ο Μπερλουσκόνι μπορεί ακόμη να ακολουθήσει την επιτυχημένη του τακτική των ετών 2006-08, όταν ανέμεινε στην αντιπολίτευση για τη λαϊκή έκρηξη κατά των μεταρρυθμίσεων Πρόντι, προτού επανέλθει θριαμβευτικά στην εξουσία.
Ακόμη χειρότερα, η Ιταλία μπορεί να θυμηθεί το παρελθόν της, όταν οι εξτρεμιστικές τρομοκρατικές οργανώσεις της Δεξιάς και της Αριστεράς οδήγησαν στα λεγόμενα «μολυβένια χρόνια», από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1980.
The Guardian
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου