Έχει χιλιοειπωθεί ότι η κρίση και η διαμορφωμένη πολιτική κατάσταση στη χώρα είναι αφορμή και αιτία αναστοχασμού, αφύπνισης και ανασυγκρότησης για τη χώρα. Στο πλάισιο αυτό, όλοι ή πολλοί Έλληνες αίφνης έχουν σηκώσει ψηλά τη σημαία του πολιτισμού και της ηθικής, ανασκαλίζουν την ιδεολογία του αγώνα ενάντια στο κατεστημένο, υψώνουν σοφιστικό ανάστημα παπαγαλίζοντας πολιτικές κουβέντες ιστορικών ηγετών ή αρχές διαφόρων ρευμάτων ψευτοαριστερής ή πατριωτικής αλλαγής, παριστάνουν τους ενσαρκωτές της μεταβατικής περιόδου που διανύουμε, επαίρονται για τις αγωνιστικές και επαναστατικές μπουρδολογίες που ξεστομίζουν όπου βρεθούν, υποδυόμενοι (και δυστυχώς πεπεισμένοι ότι όντως αποτελούν) τη μειοψηφία εκείνη που η χώρα έχει ανάγκη για να ζήσει καλύτερες μέρες.
Όποιος διαθέτει στοιχειώδη συναισθηματική νοημοσύνη και σοβαρότητα είναι αδύνατο αρκούντως ακατόρθωτο να μην ενοχλείται απ’ το παραπάνω φαινόμενο. Βεβαίως και διανύουμε περίοδο εσωτερικής αναζήτησης ευθυνών και ρόλων και ασφαλώς χρειάζεται να αποκτήσουν άποψη και ενεργό συμμετοχή στα πράγματα ακόμα και οι «αγωνιστές του facebook». Όλοι χρειάζεται να αλλάξουν, να επωμιστούν ευθύνες και να συνεισφέρουν στο δύσκολο έργο που έχουμε μπροστά μας. Για να γίνουμε «εραστές της αλλαγής», πρέπει να το κάνουμε για μια φορά ουσιαστικά και όχι επιφανειακά, πραγματικά και όχι αληθινά, γιατί ακόμα και στην αλήθεια δίνουμε το νόημα που κάθε φορά μας βολεύει περισσότερο.
Το ως άνω περιγραφόμενο νόσημα εντοπίζεται στην πλειοψηφία εργαζομένων, ανέργων και φοιτητών. Κατ’ αρχάς, άνεργος που δεν έχει δουλέψει ούτε μία ημέρα καθώς περίμενε να τον ανταμείψει η κοινωνία με δέκα θέσεις εργασίας και όχι μία (ώστε να επιλέξει τη βολικότερη…), αυτός λοιπόν ο άνεργος, όχι ο απολυμένος που εξαιτίας της μανιώδους ανικανότητας των πολιτικών έχασε τη δουλειά του, ξαφνικά έχει μεταμορφωθεί το 2012 στον πιο σκληρό κοινωνικό αγωνιστή ονειρευόμενος ψευτοαριστερούς ρομαντισμούς.
Στο πλευρό του ο εργαζόμενος (ακόμη) δημόσιος υπάλληλος είναι αγανακτισμένος για το αναποτελεσματικό κυβερνητικό έργο (εκ του οποίου την τελευταία εικοσαετία το σόι του αποκόμισε δυο-τρία αυθαίρετα), ώστε τώρα επικρίνει σαν άλλος οικονομικός αναλυτής του καφενείου τις πολιτικές που επί χρόνια ακολουθήθηκαν αναπολώντας εκείνες τις Παρασκευές που συνδύαζε την απεργία με τριήμερο στο γραφικό χωριό του.
Πάρα ταύτα, οι πιο δυναμικοί εκπρόσωποι της ψευτοσοφίας είναι οι φοιτητές που θεωρούν τους εαυτούς τους «ελπίδα για το αύριο». Εξαιρούνται κατηγορηματικά, τα έντιμα και φιλόδοξα παιδιά που σιωπηρά και αξιοπρεπώς διεκδικούν μια όμορφη ζωή που τους αξίζει. Πρόκειται για εκείνους που νομίζουν ότι βρήκαν την καταλληλότερη ευκαιρία να δοκιμάσουν τη σωματική και την υπόλοιπη βία που χρησιμοποιούσαν σε παιχνίδια στο PC τους. Για εκείνους που σε κάθε λογής συνελεύσεις και στις συναναστροφές τους αραδιάζουν αμπελοφιλοσοφίες και ντύνονται επαναστάτες, επειδή έπεσαν στα χέρια τους δυο βιβλία για την αξία του κοινωνικού αγώνα, ποδοπατώντας και εσφαλμένως μεταχειριζόμενοι κάθε έννοια πνευματικής διαύγειας και κοινωνικής ισορροπίας.
Πάντως, οι καιροί σίγουρα ευνοούν τη σκέψη και την αλλαγή. Το ζήτημα είναι προσδώσουμε θετικά νοημένο πρόσημο στην αλλαγή που υποτίθεται ότι συντελείται, ώστε να μην ξεφύγουμε. Η περίοδος είναι αγχωτική – έχουμε ένα σωρό βάρη στη ζωή μας πλέον. Ακόμη κι αυτοί που για δεκαετίες δούλεψαν σκληρά και παραγωγικά για να απολαύσουν τώρα, αντιθέτως πρέπει να ξαναρχίσουν από την αρχή. Τα παιδιά βλέπουν τους γονείς τους τρομαγμένους καθώς ο μισθός τελειώνει πριν τη μέρα που θα ξαναπληρωθούν, ενώ οι συνταξιούχοι μόνο τα φάρμακά τους μπορούν να εξασφαλίσουν.
Δεν είναι αφόρητο, ανυπόφορο και αηδιαστικό το επιπλέον βάρος της ψευτοσοφίας κάθε φαύλου καιροσκόπου και της δηθενικής εξεγερτικής διάθεσης; Πρέπει να αγωνιστούμε με ευθύνη, με συναίσθηση του ιστορικού μας χρέους, αλλά κυρίως με την ηθική μαγκιά να ξέρουμε πότε θα μιλήσουμε, να παραδεχτούμε τη λάθος στροφή και να δουλέψουμε σθεναρά για να πάρουμε τη σωστή.
Μέχρι τότε όμως, ας μην επιδίδονται μερικοί ψευτοσοφοί επαναστάτες σε ανόητες συζητήσεις και στημένες συναναστροφές, πρώτον διότι ειλικρινά είναι αστείο και δεύτερον γιατί μας κάνουν κακό (συνήθως κατηγορούν τους άλλους συζητητές: «κάθεστε και ανέχεστε χωρίς να κάνετε τίποτα», πόσο επικίνδυνο είναι που αυτοβαφτίζουν την παρασιτική ομιλία ή δράση τους ως «κάτι» για την απαιτούμενη κοινωνική αλλαγή!).
Χρειαζόμαστε έξυπνους ανθρώπους, ανιδιοτελείς, φιλόδοξους και τίμιους επαναστάτες. Να δουλεύουν με πάθος στην καθημερινή τους ζωή και με βαθιά συνείδηση της «επαναστατικής» αξιοπρέπειας. Άλλωστε, ζυγώνουν οι εκλογές…αναμένουμε τη φωνή των υποτιθέμενων εραστών του κοινωνικού αγώνα. Είθε να διαψεύσουν την απαισιοδοξία μου.
Όποιος διαθέτει στοιχειώδη συναισθηματική νοημοσύνη και σοβαρότητα είναι αδύνατο αρκούντως ακατόρθωτο να μην ενοχλείται απ’ το παραπάνω φαινόμενο. Βεβαίως και διανύουμε περίοδο εσωτερικής αναζήτησης ευθυνών και ρόλων και ασφαλώς χρειάζεται να αποκτήσουν άποψη και ενεργό συμμετοχή στα πράγματα ακόμα και οι «αγωνιστές του facebook». Όλοι χρειάζεται να αλλάξουν, να επωμιστούν ευθύνες και να συνεισφέρουν στο δύσκολο έργο που έχουμε μπροστά μας. Για να γίνουμε «εραστές της αλλαγής», πρέπει να το κάνουμε για μια φορά ουσιαστικά και όχι επιφανειακά, πραγματικά και όχι αληθινά, γιατί ακόμα και στην αλήθεια δίνουμε το νόημα που κάθε φορά μας βολεύει περισσότερο.
Το ως άνω περιγραφόμενο νόσημα εντοπίζεται στην πλειοψηφία εργαζομένων, ανέργων και φοιτητών. Κατ’ αρχάς, άνεργος που δεν έχει δουλέψει ούτε μία ημέρα καθώς περίμενε να τον ανταμείψει η κοινωνία με δέκα θέσεις εργασίας και όχι μία (ώστε να επιλέξει τη βολικότερη…), αυτός λοιπόν ο άνεργος, όχι ο απολυμένος που εξαιτίας της μανιώδους ανικανότητας των πολιτικών έχασε τη δουλειά του, ξαφνικά έχει μεταμορφωθεί το 2012 στον πιο σκληρό κοινωνικό αγωνιστή ονειρευόμενος ψευτοαριστερούς ρομαντισμούς.
Στο πλευρό του ο εργαζόμενος (ακόμη) δημόσιος υπάλληλος είναι αγανακτισμένος για το αναποτελεσματικό κυβερνητικό έργο (εκ του οποίου την τελευταία εικοσαετία το σόι του αποκόμισε δυο-τρία αυθαίρετα), ώστε τώρα επικρίνει σαν άλλος οικονομικός αναλυτής του καφενείου τις πολιτικές που επί χρόνια ακολουθήθηκαν αναπολώντας εκείνες τις Παρασκευές που συνδύαζε την απεργία με τριήμερο στο γραφικό χωριό του.
Πάρα ταύτα, οι πιο δυναμικοί εκπρόσωποι της ψευτοσοφίας είναι οι φοιτητές που θεωρούν τους εαυτούς τους «ελπίδα για το αύριο». Εξαιρούνται κατηγορηματικά, τα έντιμα και φιλόδοξα παιδιά που σιωπηρά και αξιοπρεπώς διεκδικούν μια όμορφη ζωή που τους αξίζει. Πρόκειται για εκείνους που νομίζουν ότι βρήκαν την καταλληλότερη ευκαιρία να δοκιμάσουν τη σωματική και την υπόλοιπη βία που χρησιμοποιούσαν σε παιχνίδια στο PC τους. Για εκείνους που σε κάθε λογής συνελεύσεις και στις συναναστροφές τους αραδιάζουν αμπελοφιλοσοφίες και ντύνονται επαναστάτες, επειδή έπεσαν στα χέρια τους δυο βιβλία για την αξία του κοινωνικού αγώνα, ποδοπατώντας και εσφαλμένως μεταχειριζόμενοι κάθε έννοια πνευματικής διαύγειας και κοινωνικής ισορροπίας.
Πάντως, οι καιροί σίγουρα ευνοούν τη σκέψη και την αλλαγή. Το ζήτημα είναι προσδώσουμε θετικά νοημένο πρόσημο στην αλλαγή που υποτίθεται ότι συντελείται, ώστε να μην ξεφύγουμε. Η περίοδος είναι αγχωτική – έχουμε ένα σωρό βάρη στη ζωή μας πλέον. Ακόμη κι αυτοί που για δεκαετίες δούλεψαν σκληρά και παραγωγικά για να απολαύσουν τώρα, αντιθέτως πρέπει να ξαναρχίσουν από την αρχή. Τα παιδιά βλέπουν τους γονείς τους τρομαγμένους καθώς ο μισθός τελειώνει πριν τη μέρα που θα ξαναπληρωθούν, ενώ οι συνταξιούχοι μόνο τα φάρμακά τους μπορούν να εξασφαλίσουν.
Δεν είναι αφόρητο, ανυπόφορο και αηδιαστικό το επιπλέον βάρος της ψευτοσοφίας κάθε φαύλου καιροσκόπου και της δηθενικής εξεγερτικής διάθεσης; Πρέπει να αγωνιστούμε με ευθύνη, με συναίσθηση του ιστορικού μας χρέους, αλλά κυρίως με την ηθική μαγκιά να ξέρουμε πότε θα μιλήσουμε, να παραδεχτούμε τη λάθος στροφή και να δουλέψουμε σθεναρά για να πάρουμε τη σωστή.
Μέχρι τότε όμως, ας μην επιδίδονται μερικοί ψευτοσοφοί επαναστάτες σε ανόητες συζητήσεις και στημένες συναναστροφές, πρώτον διότι ειλικρινά είναι αστείο και δεύτερον γιατί μας κάνουν κακό (συνήθως κατηγορούν τους άλλους συζητητές: «κάθεστε και ανέχεστε χωρίς να κάνετε τίποτα», πόσο επικίνδυνο είναι που αυτοβαφτίζουν την παρασιτική ομιλία ή δράση τους ως «κάτι» για την απαιτούμενη κοινωνική αλλαγή!).
Χρειαζόμαστε έξυπνους ανθρώπους, ανιδιοτελείς, φιλόδοξους και τίμιους επαναστάτες. Να δουλεύουν με πάθος στην καθημερινή τους ζωή και με βαθιά συνείδηση της «επαναστατικής» αξιοπρέπειας. Άλλωστε, ζυγώνουν οι εκλογές…αναμένουμε τη φωνή των υποτιθέμενων εραστών του κοινωνικού αγώνα. Είθε να διαψεύσουν την απαισιοδοξία μου.
FRUSTRA SED PRUDENTER
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου