«Από το 2009 έως σήμερα έξι δάσκαλοι σε όλη τη χώρα, όλοι τους εν ενεργεία, έβαλαν τέλος στη ζωή τους, άλλοι αθόρυβα και κάποιοι πιο εμφατικά». Η μακάβρια αυτή είδηση βρέθηκε προεκλογικά στους τίτλους ειδήσεων διαδικτυακού ενημερωτικού φορέα και ανεξαρτήτως εγκυρότητας ή πλήρους αξιοπιστίας, έστω και ένας ή δύο δάσκαλοι να αφαίρεσαν τη ζωή τους, αναπόφευκτα το γεγονός προβληματίζει και τρομοκρατεί.
Η επιδημία αυτοκτονιών στη χώρα μας δεν είναι πια φιλολογικός μύθος, όπως πολλοί συνεχίζουν να διαλαλούν. Και πώς θα μπορούσε βέβαια να είναι μύθος σε μια χώρα κατεστραμμένη, με 1,5 εκατομμύριο άνεργους ανθρώπους και μία στις δύο οικογένειες να παλεύει πια με τον καθημερινό εφιάλτη της επιβίωσης; Γνώσεις ψυχολογίας δεν διαθέτω ούτε κοινωνικός ντεντέκτιβ είμαι, για να μπορώ να εξηγήσω κάτι που ο μέσος νους θεωρεί ακατανόητο. Κατάλληλοι για να μιλήσουν για τους ως άνω χαμένους δασκάλους είναι η οικογένειά τους, τα αγαπημένα τους πρόσωπα, οι φίλοι τους, αλλά κυρίως οι μαθητές που πέρασαν από τα χέρια τους.
Δεν πρόκειται για την πομπώδη σχολική κενολογία «ο μαθητής είναι μέγας κριτής των πάντων». Πρόκειται για το αναμφισβήτητο προνόμιο που έχουν οι μαθητές, ως άμεσοι δέκτες της εκπαιδευτικής διαδικασίας, να κρίνουν και να αξιολογούν έντιμα και θαρραλέα τους ανθρώπους με τους οποίους περνούν τη μισή μέρα τους. Πάντως και οι δάσκαλοι είναι άνθρωποι και τον προσωπικό πόνο ή το δράμα κάθε ανθρώπου δεν μπορούμε να το ξέρουμε, οι τρίτοι, και αυτό είναι δεκτό και σεβαστό ως ένα σημείο.
Ωστόσο, το ζήτημα χρειάζεται να διαβαστεί και από την άλλη πλευρά. Οι δάσκαλοι δεν αυτοκτονούν. Ο δάσκαλος σε απαιτητικές συγκυρίες δεν πτοείται, δεν απελπίζεται, δεν κάνει εμετό στο πούλμαν που μας πηγαίνει εκδρομή, κατά την πενθήμερη δεν τον πιάνει ναυτία στο καράβι. Ο δάσκαλος είναι πάντα εκεί, στέκεται όρθιος στον πίνακα, έτοιμος να δώσει απαντήσεις στις ερωτήσεις που του κάνουμε, μας βοηθά να προστατευτούμε κάτω από το θρανίο αν γίνει ποτέ σεισμός, ο δάσκαλος διώχνει χωρίς φόβο το ενοχλητικό έντομο που τρύπωσε στην τάξη. Αυτά πίστευα όταν ήμουν ακόμη μαθητής και τώρα απορώ τι λένε οι διευθυντές και οι συνάδελφοί τους στους μαθητές του χαμένου δασκάλου την επόμενη μέρα, όταν ο καθοδηγητής τους δεν είναι πια στην τάξη.
Αυτά τα παιδιά ξαφνικά ορφανεύουν – χάνουν τον τρίτο γονιό τους. Και πραγματικά αλίμονο στον μαθητή που πέρασε τα μαθητικά του χρόνια ορφανός, χωρίς να συναντηθεί με έναν δάσκαλο που κατάφερε να τον κάνει να συλλάβει την αξία της προσπάθειας, των ονείρων, της ίδιας της ζωής. Αυτή την ορφάνια, όμως, τη συνειδητοποιούμε πάντα; Με τι αξιοπρέπεια να ζήσει ο δάσκαλος των 560 ευρώ; Τι αυτοσεβασμό να συντηρήσει όταν όλα τον σπρώχνουν στα ιδιαίτερα μαθήματα ή αναγκάζεται να δουλέψει και ως διανομέας πίτσας ή νυχτερινός οδηγός ταξί; Πώς να σεβαστεί τον εαυτό του ο αγαπημένος προσωπικός παιδικός μου δάσκαλος όταν περπατώντας στο κέντρο τον βλέπω να περιμένει στην ουρά των συσσιτίων;
Την 6η Μαΐου οι πολίτες φώναξαν το σύνθημα αλλαγής, έθεσαν τα θεμέλια για να αποτινάξουμε τη ρετσινιά του μεταπολιτευτικού καρκινώματος του δικομματισμού και να διεκδικήσουμε με το αναμενόμενο ξέσπασμά μας ένα νέο πολιτικό και κοινωνικό συμβόλαιο σε άλλες βάσεις και με τους όρους των πολιτών. Σ’ αυτό το πλαίσιο, το χρέος των δασκάλων δεν είναι η αυτοκτονία. Αποτελούν μία ιδιαίτερα νευραλγική μερίδα πολιτών που πρέπει να χαρίσει στα παιδιά μας γνώση, όραμα, αγάπη, κοινωνική και συναισθηματική νοημοσύνη.
Αυτή η ελπίδα γεννήθηκε την 6η Μαΐου και πάνω σ’ αυτή την ελπίδα πρέπει να δουλέψουν οι δάσκαλοι, μαζί με όλους εμάς.
Η επιδημία αυτοκτονιών στη χώρα μας δεν είναι πια φιλολογικός μύθος, όπως πολλοί συνεχίζουν να διαλαλούν. Και πώς θα μπορούσε βέβαια να είναι μύθος σε μια χώρα κατεστραμμένη, με 1,5 εκατομμύριο άνεργους ανθρώπους και μία στις δύο οικογένειες να παλεύει πια με τον καθημερινό εφιάλτη της επιβίωσης; Γνώσεις ψυχολογίας δεν διαθέτω ούτε κοινωνικός ντεντέκτιβ είμαι, για να μπορώ να εξηγήσω κάτι που ο μέσος νους θεωρεί ακατανόητο. Κατάλληλοι για να μιλήσουν για τους ως άνω χαμένους δασκάλους είναι η οικογένειά τους, τα αγαπημένα τους πρόσωπα, οι φίλοι τους, αλλά κυρίως οι μαθητές που πέρασαν από τα χέρια τους.
Δεν πρόκειται για την πομπώδη σχολική κενολογία «ο μαθητής είναι μέγας κριτής των πάντων». Πρόκειται για το αναμφισβήτητο προνόμιο που έχουν οι μαθητές, ως άμεσοι δέκτες της εκπαιδευτικής διαδικασίας, να κρίνουν και να αξιολογούν έντιμα και θαρραλέα τους ανθρώπους με τους οποίους περνούν τη μισή μέρα τους. Πάντως και οι δάσκαλοι είναι άνθρωποι και τον προσωπικό πόνο ή το δράμα κάθε ανθρώπου δεν μπορούμε να το ξέρουμε, οι τρίτοι, και αυτό είναι δεκτό και σεβαστό ως ένα σημείο.
Ωστόσο, το ζήτημα χρειάζεται να διαβαστεί και από την άλλη πλευρά. Οι δάσκαλοι δεν αυτοκτονούν. Ο δάσκαλος σε απαιτητικές συγκυρίες δεν πτοείται, δεν απελπίζεται, δεν κάνει εμετό στο πούλμαν που μας πηγαίνει εκδρομή, κατά την πενθήμερη δεν τον πιάνει ναυτία στο καράβι. Ο δάσκαλος είναι πάντα εκεί, στέκεται όρθιος στον πίνακα, έτοιμος να δώσει απαντήσεις στις ερωτήσεις που του κάνουμε, μας βοηθά να προστατευτούμε κάτω από το θρανίο αν γίνει ποτέ σεισμός, ο δάσκαλος διώχνει χωρίς φόβο το ενοχλητικό έντομο που τρύπωσε στην τάξη. Αυτά πίστευα όταν ήμουν ακόμη μαθητής και τώρα απορώ τι λένε οι διευθυντές και οι συνάδελφοί τους στους μαθητές του χαμένου δασκάλου την επόμενη μέρα, όταν ο καθοδηγητής τους δεν είναι πια στην τάξη.
Αυτά τα παιδιά ξαφνικά ορφανεύουν – χάνουν τον τρίτο γονιό τους. Και πραγματικά αλίμονο στον μαθητή που πέρασε τα μαθητικά του χρόνια ορφανός, χωρίς να συναντηθεί με έναν δάσκαλο που κατάφερε να τον κάνει να συλλάβει την αξία της προσπάθειας, των ονείρων, της ίδιας της ζωής. Αυτή την ορφάνια, όμως, τη συνειδητοποιούμε πάντα; Με τι αξιοπρέπεια να ζήσει ο δάσκαλος των 560 ευρώ; Τι αυτοσεβασμό να συντηρήσει όταν όλα τον σπρώχνουν στα ιδιαίτερα μαθήματα ή αναγκάζεται να δουλέψει και ως διανομέας πίτσας ή νυχτερινός οδηγός ταξί; Πώς να σεβαστεί τον εαυτό του ο αγαπημένος προσωπικός παιδικός μου δάσκαλος όταν περπατώντας στο κέντρο τον βλέπω να περιμένει στην ουρά των συσσιτίων;
Την 6η Μαΐου οι πολίτες φώναξαν το σύνθημα αλλαγής, έθεσαν τα θεμέλια για να αποτινάξουμε τη ρετσινιά του μεταπολιτευτικού καρκινώματος του δικομματισμού και να διεκδικήσουμε με το αναμενόμενο ξέσπασμά μας ένα νέο πολιτικό και κοινωνικό συμβόλαιο σε άλλες βάσεις και με τους όρους των πολιτών. Σ’ αυτό το πλαίσιο, το χρέος των δασκάλων δεν είναι η αυτοκτονία. Αποτελούν μία ιδιαίτερα νευραλγική μερίδα πολιτών που πρέπει να χαρίσει στα παιδιά μας γνώση, όραμα, αγάπη, κοινωνική και συναισθηματική νοημοσύνη.
Αυτή η ελπίδα γεννήθηκε την 6η Μαΐου και πάνω σ’ αυτή την ελπίδα πρέπει να δουλέψουν οι δάσκαλοι, μαζί με όλους εμάς.
Frustra sed Prudenter
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου