Η συζήτηση -σε επίπεδο καφενείου- για τα συν και τα πλην ενδεχόμενης επιστροφής της χώρας σε εθνικό νόμισμα απασχολεί πιο ζωηρά από οτιδήποτε άλλο τους Ελληνες το φετινό πολύπαθο καλοκαίρι.
Ολοι διαβάζουμε μανιωδώς οικονομικές αναλύσεις, παρακολουθούμε τηλεοπτικές εκπομπές και αναπαράγουμε δηλώσεις και απειλές προσπαθώντας να συμβάλουμε στο λύσιμο του γρίφου «ευρώ ή δραχμή». Κάποιοι αναθεματίζουν τους Ευρωπαίους που προαναγγέλλουν έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη, άλλοι αναπολούν τις μέρες της «δραχμούλας» και όλοι μαζί προσπαθούμε να καταλάβουμε αν υπάρχει και ποιος είναι ο συντομότερος δρόμος για την έξοδο από την πρωτοφανή σημερινή πολυεπίπεδη κρίση.
Δυστυχώς, μηδενός εξαιρουμένου, από τους πολιτικούς, τα κόμματα, τους φορείς και τα ΜΜΕ μέχρι τον τελευταίο πολίτη, ανακυκλώνουμε -από διαφορετική οπτική ο καθένας- την κριτική για τα δεινά της μεταπολίτευσης και αναλωνόμαστε στο αναμάσημα των οικονομικών στερεοτύπων που βιαίως πλούτισαν το λεξιλόγιό μας την τελευταία τριετία.
Αυτές τις μέρες, η ρητορική εξαντλείται στην προοπτική της επιμήκυνσης στην αποπληρωμή του χρέους και στα 11,6 δισ. που θα πρέπει να εξευρεθούν από την Αθήνα, πριν από τη νέα έλευση της τρόικας, πιθανότατα στις αρχές Σεπτεμβρίου. Ψυχανεμιζόμαστε ότι το παγκόσμιο οικονομικό παιχνίδι καθορίζεται από συμφέροντα και επιδιώξεις που κινούνται πέρα και πάνω από την Ελλάδα και ότι πλέον λίγη σημασία έχει ακόμη και αν πείσουμε τους δανειστές ότι έχουμε στην τσέπη τα 11,6 δισ., αλλά εξαντλούμε εαυτούς στην αριθμητική, συλλογικά μιμούμενοι την πρακτική του εγχώριου πολιτικού συστήματος που κάτω από τις αφόρητες εσωτερικές και εξωτερικές πιέσεις αδυνατεί να σηκώσει στους ώμους του το βάρος οποιασδήποτε ουσιαστικής πρωτοβουλίας.
Και όμως, η παγκόσμια οικονομία δείχνει ότι μπορεί να υπάρχουν λύσεις, με πιο φανταχτερό παράδειγμα εκείνο της Ισλανδίας! Της χώρας που σήμερα ανταμείβεται λεκτικά και σε επόμενη φάση είναι βέβαιο ότι θα ανταμειφθεί και πρακτικά για την ικανότητα που επέδειξε να ανακάμψει και μάλιστα ισχυρά, έχοντας προηγουμένως γυρίσει την πλάτη στις «ορθόδοξες συνταγές» του ΔΝΤ και της Ε.Ε. Το εκπληκτικό είναι ότι ο έπαινος δόθηκε από το ίδιο το ΔΝΤ, οι εκπρόσωποι του οποίου, όπως όλοι θυμόμαστε, είχαν εκδιωχθεί βιαίως από τη χώρα μετά το δημοψήφισμα του 2010. Και το ακόμη πιο εκπληκτικό είναι ότι κατά την επικεφαλής του κλιμακίου στην Ισλανδία, η πρόοδος επιτεύχθηκε χάρη στην απόφαση του Ρέικιαβικ να φορτώσει τα βάρη των δυσθεώρητων χρεών που οδήγησαν στην κατάρρευση των ιδρυμάτων το 2008 στους πιστωτές των τραπεζών και όχι στους φορολογουμένους, καθώς και στη βούλησή του να διατηρήσει αλώβητο το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας που προστάτευσε τους ανέργους από τη φτώχεια και απέτρεψε την κατάρρευση της χώρας.
Βεβαίως, σύγκριση των δεδομένων και των μεγεθών μεταξύ Ελλάδας και Ισλανδίας σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει, αφού η δεύτερη δεν είναι μέλος της Ευρωζώνης και ως εκ τούτου είχε τη δυνατότητα μέσω της υποτίμησης του εθνικού της νομίσματος αφενός να δώσει ώθηση στις εξαγωγές της και αφετέρου να υιοθετήσει ανορθόδοξες για την Ευρώπη οικονομικές πολιτικές. Επιπρόσθετα, οι λόγοι που οδήγησαν τις δύο χώρες σε κρίση είναι εντελώς διαφορετικοί, ενώ τα μεγέθη και οι δυνατότητες της κάθε μιας επίσης (μια νησιωτική χώρα μόλις 330.000 κατοίκων, η οποία όταν χρεοκόπησε ζητούσε δάνειο μόλις 2,25 δισ. δολαρίων από το ΔΝΤ).
Δεν μπορεί, ωστόσο, κανείς να μη συλλογιστεί το παράδειγμα της ισλανδικής πυγμής, την ώρα που η Ευρωζώνη επιμένει να αντιμετωπίζει την κρίση αποκλειστικά με κύματα λιτότητας, αδύναμη να προστατεύσει έστω και στοιχειωδώς τους πολίτες της. Δεν μπορεί να μη συγκρίνει την αποφασιστικότητά της με τη στάση της Ιρλανδίας, που επίσης έφτασε στο χείλος της καταστροφής λόγω της γιγάντωσης των τραπεζών της και τελικώς επέλεξε να δεσμευτεί ότι δεν θα αφήσει ούτε μία τράπεζα να χρεοκοπήσει, με τις γνωστές συνέπειες.
Ξέρω, οι Ελληνες δεν είναι Βίκινγκ και είναι μάλλον αργά για επίδειξη πυγμής και σοβαρότητας και για ταχύτητα αντίδρασης... ΄Η μήπως όχι;
Tης Ελλης Τριανταφυλλου
Ολοι διαβάζουμε μανιωδώς οικονομικές αναλύσεις, παρακολουθούμε τηλεοπτικές εκπομπές και αναπαράγουμε δηλώσεις και απειλές προσπαθώντας να συμβάλουμε στο λύσιμο του γρίφου «ευρώ ή δραχμή». Κάποιοι αναθεματίζουν τους Ευρωπαίους που προαναγγέλλουν έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη, άλλοι αναπολούν τις μέρες της «δραχμούλας» και όλοι μαζί προσπαθούμε να καταλάβουμε αν υπάρχει και ποιος είναι ο συντομότερος δρόμος για την έξοδο από την πρωτοφανή σημερινή πολυεπίπεδη κρίση.
Δυστυχώς, μηδενός εξαιρουμένου, από τους πολιτικούς, τα κόμματα, τους φορείς και τα ΜΜΕ μέχρι τον τελευταίο πολίτη, ανακυκλώνουμε -από διαφορετική οπτική ο καθένας- την κριτική για τα δεινά της μεταπολίτευσης και αναλωνόμαστε στο αναμάσημα των οικονομικών στερεοτύπων που βιαίως πλούτισαν το λεξιλόγιό μας την τελευταία τριετία.
Αυτές τις μέρες, η ρητορική εξαντλείται στην προοπτική της επιμήκυνσης στην αποπληρωμή του χρέους και στα 11,6 δισ. που θα πρέπει να εξευρεθούν από την Αθήνα, πριν από τη νέα έλευση της τρόικας, πιθανότατα στις αρχές Σεπτεμβρίου. Ψυχανεμιζόμαστε ότι το παγκόσμιο οικονομικό παιχνίδι καθορίζεται από συμφέροντα και επιδιώξεις που κινούνται πέρα και πάνω από την Ελλάδα και ότι πλέον λίγη σημασία έχει ακόμη και αν πείσουμε τους δανειστές ότι έχουμε στην τσέπη τα 11,6 δισ., αλλά εξαντλούμε εαυτούς στην αριθμητική, συλλογικά μιμούμενοι την πρακτική του εγχώριου πολιτικού συστήματος που κάτω από τις αφόρητες εσωτερικές και εξωτερικές πιέσεις αδυνατεί να σηκώσει στους ώμους του το βάρος οποιασδήποτε ουσιαστικής πρωτοβουλίας.
Και όμως, η παγκόσμια οικονομία δείχνει ότι μπορεί να υπάρχουν λύσεις, με πιο φανταχτερό παράδειγμα εκείνο της Ισλανδίας! Της χώρας που σήμερα ανταμείβεται λεκτικά και σε επόμενη φάση είναι βέβαιο ότι θα ανταμειφθεί και πρακτικά για την ικανότητα που επέδειξε να ανακάμψει και μάλιστα ισχυρά, έχοντας προηγουμένως γυρίσει την πλάτη στις «ορθόδοξες συνταγές» του ΔΝΤ και της Ε.Ε. Το εκπληκτικό είναι ότι ο έπαινος δόθηκε από το ίδιο το ΔΝΤ, οι εκπρόσωποι του οποίου, όπως όλοι θυμόμαστε, είχαν εκδιωχθεί βιαίως από τη χώρα μετά το δημοψήφισμα του 2010. Και το ακόμη πιο εκπληκτικό είναι ότι κατά την επικεφαλής του κλιμακίου στην Ισλανδία, η πρόοδος επιτεύχθηκε χάρη στην απόφαση του Ρέικιαβικ να φορτώσει τα βάρη των δυσθεώρητων χρεών που οδήγησαν στην κατάρρευση των ιδρυμάτων το 2008 στους πιστωτές των τραπεζών και όχι στους φορολογουμένους, καθώς και στη βούλησή του να διατηρήσει αλώβητο το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας που προστάτευσε τους ανέργους από τη φτώχεια και απέτρεψε την κατάρρευση της χώρας.
Βεβαίως, σύγκριση των δεδομένων και των μεγεθών μεταξύ Ελλάδας και Ισλανδίας σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει, αφού η δεύτερη δεν είναι μέλος της Ευρωζώνης και ως εκ τούτου είχε τη δυνατότητα μέσω της υποτίμησης του εθνικού της νομίσματος αφενός να δώσει ώθηση στις εξαγωγές της και αφετέρου να υιοθετήσει ανορθόδοξες για την Ευρώπη οικονομικές πολιτικές. Επιπρόσθετα, οι λόγοι που οδήγησαν τις δύο χώρες σε κρίση είναι εντελώς διαφορετικοί, ενώ τα μεγέθη και οι δυνατότητες της κάθε μιας επίσης (μια νησιωτική χώρα μόλις 330.000 κατοίκων, η οποία όταν χρεοκόπησε ζητούσε δάνειο μόλις 2,25 δισ. δολαρίων από το ΔΝΤ).
Δεν μπορεί, ωστόσο, κανείς να μη συλλογιστεί το παράδειγμα της ισλανδικής πυγμής, την ώρα που η Ευρωζώνη επιμένει να αντιμετωπίζει την κρίση αποκλειστικά με κύματα λιτότητας, αδύναμη να προστατεύσει έστω και στοιχειωδώς τους πολίτες της. Δεν μπορεί να μη συγκρίνει την αποφασιστικότητά της με τη στάση της Ιρλανδίας, που επίσης έφτασε στο χείλος της καταστροφής λόγω της γιγάντωσης των τραπεζών της και τελικώς επέλεξε να δεσμευτεί ότι δεν θα αφήσει ούτε μία τράπεζα να χρεοκοπήσει, με τις γνωστές συνέπειες.
Ξέρω, οι Ελληνες δεν είναι Βίκινγκ και είναι μάλλον αργά για επίδειξη πυγμής και σοβαρότητας και για ταχύτητα αντίδρασης... ΄Η μήπως όχι;
Tης Ελλης Τριανταφυλλου
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου