Η περίπτωση του Μαντέλα αποδεικνύει ότι η υπερβολή στον έπαινο μπορεί
εν τέλει να λειτουργήσει ως πολύ αποτελεσματικότερο μέσο παραποίησης της
ιστορίας από την μνήμη ή την λήθη. Για όσους αγνοούν τα στοιχειώδη για
την διαδρομή του και τον αγώνα που έδωσαν οι μαύροι της Νότιας Αφρικής, ο
νεκρός πλέον ηγέτης φαντάζει σαν ένα μείγμα χριστιανού άγιου και σταρ
της βιομηχανίας του θεάματος και της ανθρωπιστικής ιδεολογίας του
συρμού.
Σε ένα άρθρο του στους “Τάϊμς της Νέας Υόρκης" ο Σλάβοϊ Ζίζεκ έγραψε πως η μετατροπή του Μαντέλα σε ακίνδυνη και συναινετική εικόνα αποτελεί σύμπτωμα ήττας, της αποτυχίας του να αλλάξει την κοινωνική μοίρα των μαύρων και να θέσει τέλος στο κοινωνικό απαρτχάιντ που συνεχίζει να διαιρεί την νοτιοαφρικανική κοινωνία.
Το κοινωνικό απαρτχάιντ συνεχίζεται
Υπάρχει αναμφίβολα μια μεγάλη δόση αλήθειας σε αυτή τη διαπίστωση. Ο Μαντέλα αφήνει πίσω του μια χώρα με αβυσσαλέες κοινωνικές αντιθέσεις, με το εισοδηματικό χάσμα μεταξύ λευκών και μαύρων να είναι της τάξης του ένα προς έξι και τις κοινωνικές ανισότητες να παραμένουν στο επίπεδο που ήταν όταν καταργήθηκε το καθεστώς του θεσμοποιημένου φυλετικού διαχωρισμού. Η αγροτική μεταρρύθμιση δεν έχει καν αρχίσει, το χάσμα σε υγεία και εκπαίδευση είναι τεράστιο, ενώ ακόμη και οι στοιχειώδεις ανάγκες όπως η πρόσβαση σε ηλεκτρικό και νερό παραμένουν άλυτα προβλήματα για την πλειοψηφία όσων ζουν στις παραγκουπόλεις των μεγάλων πόλεων.
Αυτό όμως που σίγουρα έχει αλλάξει στο κοινωνικό τοπίο είναι η άνοδος μιας νέας μαύρης αστικής τάξης, κυρίως μέσω του μηχανισμού του Black Economic Empowerment που άνοιξε με διοικητικό τρόπο το κεφάλαιο των μεγάλων εταιρειών σε μαύρους, κατά κανόνα σε στελέχη του κυβερνώντος από το 1994 Αφρικανικού Εθνικού Κονγκρέσου (ANC), του κόμματος του Μαντέλα και βασικού φορέα του απελευθερωτικού αγώνα. Κορυφαίο ίσως παράδειγμα είναι ο Σύριλ Ραμαπόζα, ο χαρισματικός πρώην ηγέτης του συνδικάτου των μεταλλωρύχων που είναι σήμερα πάμπλουτος και εδρεύει στο συμβούλιο της εταιρείας Λονμίν, της εταιρίας απ’ όπου ξεκίνησαν οι απεργίες του περσινού καλοκαιριού που αντιμετωπίστηκαν με την πιο αιματηρή καταστολή που γνώρισε η χώρα από τη δεκαετία του 1970 (34 νεκροί στα ορυχεία του Μαρικάνα).
Όλα αυτά αποτελούν πλέον κοινό τόπο στη Νότια Αφρική, και εξηγούν τις αποδοκιμασίες με τις οποίες το πλήθος υποδέχθηκε τον νυν πρόεδρο της χώρας Ζούμα, χαρακτηριστικό εκπρόσωπο της τάξης των μαύρων νεόπλουτων που κυβερνούν σήμερα στο όνομα του ιστορικού ρόλου που έπαιξαν στον αγώνα κατά του απαρτχάιντ. Και όμως το ίδιο πλήθος είναι αυτό που τιμά τον Μαντέλα, παρά τον κεντρικό ρόλο που έπαιξε στην διαδικασία της μετάβασης που κατέληξε στον μεγάλο συμβιβασμό και στο σημερινό αδιέξοδο.
Ο Μαντέλα ηγέτης του ένοπλου αγώνα
Πώς εξηγείται αυτό το παράδοξο; Ας θυμίσουμε εδώ μερικά γεγονότα που έχουν απωθηθεί από τον ορυμαγδό των τελευταίων ημερών. Ο Μαντέλα συνελήφθη το 1962 και καταδικάστηκε σε ισόβια ως συνιδρυτής του ένοπλου τμήματος του ANC «Δόρυ του Έθνους» (Umkhonto we Sizwe), μαζί με τον Τζο Σλόβο, τον γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Νότιας Αφρικής και ως λευκός το πιο μισητό πρόσωπο στα μάτια των ρατσιστών του καθεστώτος της Πρετόρια. Στην ιστορική απολογία του στο δικαστήριο, που αποτελεί ένα κείμενο αναφοράς για τα εθνικοαπελευθερωτικά και επαναστατικά κινήματα, ο Μαντέλα υπερασπίζεται με ηρεμία και αποφασιστικότητα την επιλογή του ένοπλου αγώνα εξηγώντας ότι η βία αποτελεί την αναπόφευκτη απάντηση στην καθημερινή βία και τον εξευτελισμό που υφίσταται η μαύρη πλειοψηφία καθώς και στο κλείσιμο όλων των δυνατοτήτων της νόμιμης πάλης. «Χωρίς βία, τονίζει ο Μαντέλα, δεν μπορεί να ανοίξει ο δρόμος για να νικήσει η πάλη του αφρικάνικου λαού ενάντια στο καθεστώς της λευκής κυριαρχίας». Και συνεχίζει εξηγώντας γιατί από όλες τις μορφές βίας το «Umkhonto we Sizwe» επέλεξε αυτήν του αντάρτικου, τον οποίο και θα συνεχίσει και μετά τη σύλληψή του, έως και το τέλος της δεκαετίας του 1980. Τέλος ο Μαντέλα υπερασπίστηκε σθεναρά την οργανική συμμαχία του ANC με το Κομμουνιστικό Κόμμα, που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο σε όλα τα στάδια και τις μορφές πάλης του αγώνα κατά του απαρτχάιντ.
Όσοι νομίζουν ότι αυτά αφορούν μόνο τον Μαντέλα της δεκαετίας μάλλον ξεχνούν τις μάχες που χρειάστηκαν για να επιτευχθεί ακόμη και αυτή η ελεγχόμενη κατάργηση του απαρτχάιντ. Το 1985 ο τότε πρωθυπουργός και υπέρμαχος της πολιτικής του φυλετικού διαχωρισμού Πίτερ Μπότα πρότεινε στον Μαντέλα την αποφυλάκισή του έναντι της εγκατάλειψης κάθε μορφής βίαιης πάλης από την πλευρά του ΑΝC. Η απάντηση του φυλακισμένου ηγέτη ήταν αποστομωτική: «Ας εγκαταλείψει αυτός τη βία. Ας δεσμευτεί αυτός ότι θα καταργήσει το απαρτχάιντ. Ας νομιμοποιήσει αυτός την οργάνωση του λαού, το Αφρικάνικο Εθνικό Κονγκρέσο. Δεν μπορώ και δεν πρόκειται να εγκαταλείψω απολύτως καμιά μορφή δράσης όσο εγώ και εσείς, ο λαός, δεν είμαστε ελεύθεροι». Ετσι λοιπόν ο Μαντέλα έμεινε άλλα πέντε χρόνια στη φυλακή και έφυγε με υψωμένη τη γροθιά από τη φυλακή.
Η κρίσιμη καμπή
Είναι βέβαια σωστό ότι το απαρτχάιντ δεν έπεσε λόγω του αντάρτικου αγώνα που διεξήγαγε το Umkhonto we Sizwe υπό την ηγεσία του θρυλικού Κρις Χάνι, του κατοπινού γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος (δολοφονημένου το 1993 από λευκούς ακροδεξιούς), αλλά από συνδυασμό διεθνών πιέσεων, κυρίως διαμέσου του εμπάργκο στις επενδύσεις και τις εμπορικές ανταλλαγές που κατάφερε να επιβάλει σταδιακά η παγκόσμια καμπάνια κατά του απαρτχάιντ, της διαρκούς λαϊκής κινητοποίησης, που καμιά καταστολή δεν μπόρεσε να τσακίσει και της εσωτερικής φθοράς του ίδιου του ρατσιστικού καθεστώτος. Παρ’ όλα αυτά, η αναμέτρηση στα πεδία των μαχών έπαιξε έναν καθοριστικό ρόλο που σπάνια αναφέρεται στα δυτικά ΜΜΕ. Για να σταθεροποιήσει τη θέση του και να συντρίψει τις βάσεις του Umkhonto we Sizwe στα γειτονικά κράτη, το καθεστώς της Πρετόρια είχε «εξαγάγει » την αναμέτρηση στην ευρύτερη περιοχή στηρίζοντας και επεμβαίνοντας στο πλευρό των τρομοκρατικών οργανώσεων RENAMO και UNITA που με άφθονη αμερικάνικη στήριξη πάσχιζαν με πρωτοφανή βάρβαρα μέσα να ανατρέψουν τα φιλικά προς τον αγώνα του ANC καθεστώτα της Μοζαμβίκης και της Αγκόλας.
Ιδιαίτερα κρίσιμο ήταν το μέτωπο, που κρίθηκε στην ιστορική μάχη του Κουΐτο Καναβάλε, που κράτησε έξι μήνες και απετέλεσε την μεγαλύτερη στρατιωτική αναμέτρηση σε αφρικανικό έδαφος μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο. Σ’ αυτήν τη μάχη, ο στρατός της Νότιας Αφρικής και οι δυνάμεις της UNITA κατάφεραν αρχικά να αναχαιτίσουν την επίθεση του Λαϊκού Στρατού της Αγκόλας και των μαχητών του Umkhonto we Sizwe και να αντιστρέψουν προς όφελός τους την κατάσταση. Το Νοέμβρη του 1987, η κυβέρνηση της Αγκόλας ζητά επείγουσα συμπαράσταση από την Κούβα, παραδοσιακό σύμμαχο των αφρικανικών εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων (ο ίδιος ο Τσε είχε πολεμήσει στο Κονγκό), που ανταποκρίνεται αμέσως και στέλνει δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες. Μετά από πολύμηνες σκληρές μάχες, τον Μάρτιο του 1988, οι κουβανικές δυνάμεις, πολεμώντας με άφθαστο ηρωισμό στο πλευρό του Λαϊκού Στρατού της Αγκόλας και του Umkhonto we Sizwe περνούν στην αντεπίθεση και καταφέρουν σαρωτικά πλήγματα στον στρατό του ρατσιστικού καθεστώτος και τους συμμάχους του της UNITA.
Ο Μαντέλα στην αυτοβιογραφία του χαρακτήρισε το Κουΐτο Καναβάλε « σημείο καμπής για την απελευθέρωση της Αφρικής και του λαού μου ». Και δεν ξέχασε ποτέ το ρόλο της Κούβας, διατηρώντας μέχρι το τέλος στενές σχέσεις με τον Φιντέλ. Από ιστορική άποψη δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μετά από τη στρατιωτική ταπείνωση που δέχθηκε στην Αγκόλα οι μέρες του απαρτχάιντ ήταν μετρημένες. Η έναρξη διαπραγματεύσεων άνευ όρων με το ANC, που προϋπέθετε την επίσης άνευ όρων αποφυλάκιση αυτού που είχε γίνει στα 27 χρόνια της κράτησής του ο πιο διάσημος φυλακισμένος του κόσμου, ήταν πλέον θέμα χρόνου.
Αυτόν τον Μαντέλα επιδιώκουν λοιπόν να «θάψουν» όσοι φτιάχνουν σήμερα την αποστειρωμένη εικόνα του συναινετικού σοφού. Και μαζί μ’ αυτόν θέλουν να ξεχαστεί και το γεγονός ότι οι ηγέτες της Δύσης – με τους Νίξον, Ρήγκαν και Θάτσερ στην πρώτη γραμμή – για δεκαετίες θεωρούσαν το ANC «τρομοκρατική» και «ελεγχόμενη από τους κομμουνιστές» οργάνωση, ενώ οι καπιταλιστές των χωρών τους έκαναν χρυσές δουλειές με το νοτιοαφρικανικό καθεστώς. Μόνο η πίεση της διεθνούς κοινής γνώμης και ο αντίκτυπος της αδιάκοπης και κυριολεκτικά αιματοβαμμένης κινητοποίησης των νοτιαφρικανικών μαζών οδήγησαν σε μια όψιμη αλλαγή στάσης, όταν είχε πλέον ουσιαστικά κριθεί η τύχη του απαρτχάιντ.
Γιατί όσο αλήθεια κι αν είναι ότι ο απελευθερωτικός αγώνας έμεινε ανολοκλήρωτος άλλο τόσο είναι ότι δεν ηττήθηκε. Και αυτό ακριβώς είναι που γιορτάζουν τα ατέλειωτα πλήθη που αποτίουν τον ύστατο φόρο τιμής στον νεκρό ηγέτη: ο Μαντέλα θα συνεχίσει να εμπνέει τους απελευθερωτικούς αγώνες του μέλλοντος.
Του Στάθη Κουβελάκη
Σε ένα άρθρο του στους “Τάϊμς της Νέας Υόρκης" ο Σλάβοϊ Ζίζεκ έγραψε πως η μετατροπή του Μαντέλα σε ακίνδυνη και συναινετική εικόνα αποτελεί σύμπτωμα ήττας, της αποτυχίας του να αλλάξει την κοινωνική μοίρα των μαύρων και να θέσει τέλος στο κοινωνικό απαρτχάιντ που συνεχίζει να διαιρεί την νοτιοαφρικανική κοινωνία.
Το κοινωνικό απαρτχάιντ συνεχίζεται
Υπάρχει αναμφίβολα μια μεγάλη δόση αλήθειας σε αυτή τη διαπίστωση. Ο Μαντέλα αφήνει πίσω του μια χώρα με αβυσσαλέες κοινωνικές αντιθέσεις, με το εισοδηματικό χάσμα μεταξύ λευκών και μαύρων να είναι της τάξης του ένα προς έξι και τις κοινωνικές ανισότητες να παραμένουν στο επίπεδο που ήταν όταν καταργήθηκε το καθεστώς του θεσμοποιημένου φυλετικού διαχωρισμού. Η αγροτική μεταρρύθμιση δεν έχει καν αρχίσει, το χάσμα σε υγεία και εκπαίδευση είναι τεράστιο, ενώ ακόμη και οι στοιχειώδεις ανάγκες όπως η πρόσβαση σε ηλεκτρικό και νερό παραμένουν άλυτα προβλήματα για την πλειοψηφία όσων ζουν στις παραγκουπόλεις των μεγάλων πόλεων.
Αυτό όμως που σίγουρα έχει αλλάξει στο κοινωνικό τοπίο είναι η άνοδος μιας νέας μαύρης αστικής τάξης, κυρίως μέσω του μηχανισμού του Black Economic Empowerment που άνοιξε με διοικητικό τρόπο το κεφάλαιο των μεγάλων εταιρειών σε μαύρους, κατά κανόνα σε στελέχη του κυβερνώντος από το 1994 Αφρικανικού Εθνικού Κονγκρέσου (ANC), του κόμματος του Μαντέλα και βασικού φορέα του απελευθερωτικού αγώνα. Κορυφαίο ίσως παράδειγμα είναι ο Σύριλ Ραμαπόζα, ο χαρισματικός πρώην ηγέτης του συνδικάτου των μεταλλωρύχων που είναι σήμερα πάμπλουτος και εδρεύει στο συμβούλιο της εταιρείας Λονμίν, της εταιρίας απ’ όπου ξεκίνησαν οι απεργίες του περσινού καλοκαιριού που αντιμετωπίστηκαν με την πιο αιματηρή καταστολή που γνώρισε η χώρα από τη δεκαετία του 1970 (34 νεκροί στα ορυχεία του Μαρικάνα).
Όλα αυτά αποτελούν πλέον κοινό τόπο στη Νότια Αφρική, και εξηγούν τις αποδοκιμασίες με τις οποίες το πλήθος υποδέχθηκε τον νυν πρόεδρο της χώρας Ζούμα, χαρακτηριστικό εκπρόσωπο της τάξης των μαύρων νεόπλουτων που κυβερνούν σήμερα στο όνομα του ιστορικού ρόλου που έπαιξαν στον αγώνα κατά του απαρτχάιντ. Και όμως το ίδιο πλήθος είναι αυτό που τιμά τον Μαντέλα, παρά τον κεντρικό ρόλο που έπαιξε στην διαδικασία της μετάβασης που κατέληξε στον μεγάλο συμβιβασμό και στο σημερινό αδιέξοδο.
Ο Μαντέλα ηγέτης του ένοπλου αγώνα
Πώς εξηγείται αυτό το παράδοξο; Ας θυμίσουμε εδώ μερικά γεγονότα που έχουν απωθηθεί από τον ορυμαγδό των τελευταίων ημερών. Ο Μαντέλα συνελήφθη το 1962 και καταδικάστηκε σε ισόβια ως συνιδρυτής του ένοπλου τμήματος του ANC «Δόρυ του Έθνους» (Umkhonto we Sizwe), μαζί με τον Τζο Σλόβο, τον γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Νότιας Αφρικής και ως λευκός το πιο μισητό πρόσωπο στα μάτια των ρατσιστών του καθεστώτος της Πρετόρια. Στην ιστορική απολογία του στο δικαστήριο, που αποτελεί ένα κείμενο αναφοράς για τα εθνικοαπελευθερωτικά και επαναστατικά κινήματα, ο Μαντέλα υπερασπίζεται με ηρεμία και αποφασιστικότητα την επιλογή του ένοπλου αγώνα εξηγώντας ότι η βία αποτελεί την αναπόφευκτη απάντηση στην καθημερινή βία και τον εξευτελισμό που υφίσταται η μαύρη πλειοψηφία καθώς και στο κλείσιμο όλων των δυνατοτήτων της νόμιμης πάλης. «Χωρίς βία, τονίζει ο Μαντέλα, δεν μπορεί να ανοίξει ο δρόμος για να νικήσει η πάλη του αφρικάνικου λαού ενάντια στο καθεστώς της λευκής κυριαρχίας». Και συνεχίζει εξηγώντας γιατί από όλες τις μορφές βίας το «Umkhonto we Sizwe» επέλεξε αυτήν του αντάρτικου, τον οποίο και θα συνεχίσει και μετά τη σύλληψή του, έως και το τέλος της δεκαετίας του 1980. Τέλος ο Μαντέλα υπερασπίστηκε σθεναρά την οργανική συμμαχία του ANC με το Κομμουνιστικό Κόμμα, που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο σε όλα τα στάδια και τις μορφές πάλης του αγώνα κατά του απαρτχάιντ.
Όσοι νομίζουν ότι αυτά αφορούν μόνο τον Μαντέλα της δεκαετίας μάλλον ξεχνούν τις μάχες που χρειάστηκαν για να επιτευχθεί ακόμη και αυτή η ελεγχόμενη κατάργηση του απαρτχάιντ. Το 1985 ο τότε πρωθυπουργός και υπέρμαχος της πολιτικής του φυλετικού διαχωρισμού Πίτερ Μπότα πρότεινε στον Μαντέλα την αποφυλάκισή του έναντι της εγκατάλειψης κάθε μορφής βίαιης πάλης από την πλευρά του ΑΝC. Η απάντηση του φυλακισμένου ηγέτη ήταν αποστομωτική: «Ας εγκαταλείψει αυτός τη βία. Ας δεσμευτεί αυτός ότι θα καταργήσει το απαρτχάιντ. Ας νομιμοποιήσει αυτός την οργάνωση του λαού, το Αφρικάνικο Εθνικό Κονγκρέσο. Δεν μπορώ και δεν πρόκειται να εγκαταλείψω απολύτως καμιά μορφή δράσης όσο εγώ και εσείς, ο λαός, δεν είμαστε ελεύθεροι». Ετσι λοιπόν ο Μαντέλα έμεινε άλλα πέντε χρόνια στη φυλακή και έφυγε με υψωμένη τη γροθιά από τη φυλακή.
Η κρίσιμη καμπή
Είναι βέβαια σωστό ότι το απαρτχάιντ δεν έπεσε λόγω του αντάρτικου αγώνα που διεξήγαγε το Umkhonto we Sizwe υπό την ηγεσία του θρυλικού Κρις Χάνι, του κατοπινού γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος (δολοφονημένου το 1993 από λευκούς ακροδεξιούς), αλλά από συνδυασμό διεθνών πιέσεων, κυρίως διαμέσου του εμπάργκο στις επενδύσεις και τις εμπορικές ανταλλαγές που κατάφερε να επιβάλει σταδιακά η παγκόσμια καμπάνια κατά του απαρτχάιντ, της διαρκούς λαϊκής κινητοποίησης, που καμιά καταστολή δεν μπόρεσε να τσακίσει και της εσωτερικής φθοράς του ίδιου του ρατσιστικού καθεστώτος. Παρ’ όλα αυτά, η αναμέτρηση στα πεδία των μαχών έπαιξε έναν καθοριστικό ρόλο που σπάνια αναφέρεται στα δυτικά ΜΜΕ. Για να σταθεροποιήσει τη θέση του και να συντρίψει τις βάσεις του Umkhonto we Sizwe στα γειτονικά κράτη, το καθεστώς της Πρετόρια είχε «εξαγάγει » την αναμέτρηση στην ευρύτερη περιοχή στηρίζοντας και επεμβαίνοντας στο πλευρό των τρομοκρατικών οργανώσεων RENAMO και UNITA που με άφθονη αμερικάνικη στήριξη πάσχιζαν με πρωτοφανή βάρβαρα μέσα να ανατρέψουν τα φιλικά προς τον αγώνα του ANC καθεστώτα της Μοζαμβίκης και της Αγκόλας.
Ιδιαίτερα κρίσιμο ήταν το μέτωπο, που κρίθηκε στην ιστορική μάχη του Κουΐτο Καναβάλε, που κράτησε έξι μήνες και απετέλεσε την μεγαλύτερη στρατιωτική αναμέτρηση σε αφρικανικό έδαφος μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο. Σ’ αυτήν τη μάχη, ο στρατός της Νότιας Αφρικής και οι δυνάμεις της UNITA κατάφεραν αρχικά να αναχαιτίσουν την επίθεση του Λαϊκού Στρατού της Αγκόλας και των μαχητών του Umkhonto we Sizwe και να αντιστρέψουν προς όφελός τους την κατάσταση. Το Νοέμβρη του 1987, η κυβέρνηση της Αγκόλας ζητά επείγουσα συμπαράσταση από την Κούβα, παραδοσιακό σύμμαχο των αφρικανικών εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων (ο ίδιος ο Τσε είχε πολεμήσει στο Κονγκό), που ανταποκρίνεται αμέσως και στέλνει δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες. Μετά από πολύμηνες σκληρές μάχες, τον Μάρτιο του 1988, οι κουβανικές δυνάμεις, πολεμώντας με άφθαστο ηρωισμό στο πλευρό του Λαϊκού Στρατού της Αγκόλας και του Umkhonto we Sizwe περνούν στην αντεπίθεση και καταφέρουν σαρωτικά πλήγματα στον στρατό του ρατσιστικού καθεστώτος και τους συμμάχους του της UNITA.
Ο Μαντέλα στην αυτοβιογραφία του χαρακτήρισε το Κουΐτο Καναβάλε « σημείο καμπής για την απελευθέρωση της Αφρικής και του λαού μου ». Και δεν ξέχασε ποτέ το ρόλο της Κούβας, διατηρώντας μέχρι το τέλος στενές σχέσεις με τον Φιντέλ. Από ιστορική άποψη δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μετά από τη στρατιωτική ταπείνωση που δέχθηκε στην Αγκόλα οι μέρες του απαρτχάιντ ήταν μετρημένες. Η έναρξη διαπραγματεύσεων άνευ όρων με το ANC, που προϋπέθετε την επίσης άνευ όρων αποφυλάκιση αυτού που είχε γίνει στα 27 χρόνια της κράτησής του ο πιο διάσημος φυλακισμένος του κόσμου, ήταν πλέον θέμα χρόνου.
Αυτόν τον Μαντέλα επιδιώκουν λοιπόν να «θάψουν» όσοι φτιάχνουν σήμερα την αποστειρωμένη εικόνα του συναινετικού σοφού. Και μαζί μ’ αυτόν θέλουν να ξεχαστεί και το γεγονός ότι οι ηγέτες της Δύσης – με τους Νίξον, Ρήγκαν και Θάτσερ στην πρώτη γραμμή – για δεκαετίες θεωρούσαν το ANC «τρομοκρατική» και «ελεγχόμενη από τους κομμουνιστές» οργάνωση, ενώ οι καπιταλιστές των χωρών τους έκαναν χρυσές δουλειές με το νοτιοαφρικανικό καθεστώς. Μόνο η πίεση της διεθνούς κοινής γνώμης και ο αντίκτυπος της αδιάκοπης και κυριολεκτικά αιματοβαμμένης κινητοποίησης των νοτιαφρικανικών μαζών οδήγησαν σε μια όψιμη αλλαγή στάσης, όταν είχε πλέον ουσιαστικά κριθεί η τύχη του απαρτχάιντ.
Γιατί όσο αλήθεια κι αν είναι ότι ο απελευθερωτικός αγώνας έμεινε ανολοκλήρωτος άλλο τόσο είναι ότι δεν ηττήθηκε. Και αυτό ακριβώς είναι που γιορτάζουν τα ατέλειωτα πλήθη που αποτίουν τον ύστατο φόρο τιμής στον νεκρό ηγέτη: ο Μαντέλα θα συνεχίσει να εμπνέει τους απελευθερωτικούς αγώνες του μέλλοντος.
Του Στάθη Κουβελάκη
Αριστερό Βήμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου