Χιλιάδες πρόσφυγες που έφταναν στην Κω γεύτηκαν το ψωμί που τους πρόσφερε ο φούρναρης Διονύσης Αρβανιτάκης. Δεν ήταν ξεροκόμματα ή περισσεύματα, που ίσως πήγαιναν χαμένα.
Ο Αρβανιτάκης ζύμωνε κάθε μέρα εκατοντάδες φραντζόλες έγνοιας για ανθρώπους βασανισμένους. Δεν ρωτούσε ποια η φυλή ή η θρησκεία τους. Γι’ αυτό και τιμήθηκε το 2016 από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή με το βραβείο της Κοινωνίας των Πολιτών. Ο θάνατός του πριν από λίγες ημέρες συγκίνησε πολλούς. Ανάμεσά τους και ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, που τον αποχαιρέτισε χαρακτηρίζοντάς τον σύμβολο μιας «άλλης» Ευρώπης, η οποία όμως σαρώνεται από τα κύματα της μισαλλοδοξίας.
Νωρίτερα, τον Γενάρη είχε πεθάνει η γιαγιά Μαρίτσα. Η γερόντισσα από τη Σκάλα Συκαμνιάς της Λέσβου, που κατέβαινε κάθε μέρα στην ακτή για να υποδεχθεί όσους γλίτωναν από το πέλαγος με τη θερμή αγκαλιά που της δίδαξε η προσφυγική της καταγωγή. Κάποια στιγμή, ο φακός την κατέγραψε μαζί με δύο συνομήλικές της να ταΐζουν με μπιμπερό ένα προσφυγάκι. Με τη φυσική σεμνότητα όσων δεν μολύνθηκαν από έναν κάποιον «πολιτισμό», όταν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος τη συγχάρηκε για τη στάση της, τον ευχαρίστησε με μια ερώτηση που μόνο εκείνοι που κάπως υποτιμητικά αποκαλούνται «απλοί άνθρωποι» μπορούν να την κάνουν και να μην ηχεί ψεύτικη: «Γιατί μου λες μπράβο, παιδί μου; Τι έκανα;».
Την ίδια ερώτηση-απάντηση θα μπορούσε να κάνει ο λιμενικός Κυριάκος Παπαδόπουλος, ο οποίος πέθανε τον Οκτώβριο του 2018, όταν ο πρώην καγκελάριος της Αυστρίας Βέρνερ Φάιμαν τον αποκαλούσε ήρωα. Από οικογένεια με προσφυγικές ρίζες και αυτός, έσωσε χιλιάδες μετανάστες, επειδή έτσι ένιωθε ότι πρέπει να κάνει.
Και τα ίδια θα μπορούσε να πει ο παπα-Στρατής, μακαρίτης από το 2015, που η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ τον τιμούσε ως Καλό Σαμαρείτη, για την απόφασή του να δημιουργήσει την «Αγκαλιά» στην Καλλονή της Λέσβου και να συντρέξει τους πρόσφυγες.
Οι τέσσερις συνάνθρωποί μας δεν κατοικούσαν σε κάποιαν «άλλη Ελλάδα» ή Ευρώπη, παράλληλη στην «κανονική». Συμπολίτες μας ήταν. Εδώ ζούσαν. Μαζί με πολλούς άλλους άξιους και τίμιους, αλλά και με πολλούς που σαγηνεύονται από τα κηρύγματα των μισαλλόδοξων ή ενδίδουν στη «φυσικότητα» του μισοξενισμού.
Η Ελλάδα παίρνει τη μορφή που εμείς της δίνουμε κάθε μέρα, με τη στάση μας, τις διαφορές, τις ιδέες μας. Με τα πρότυπα που επιλέγουμε. Το παράδειγμα των τεσσάρων είναι το μόνο που μπορεί να υψώσει τον τόπο μέσα σε μια βυθιζόμενη Ευρώπη.
Ανάμεσά μας ζουν οι γενναιόδωροι, σαν τον φούρναρη της Κω, τη γιαγιά Μαρίτσα ή τον ψαρά Κώστα Καραμανώλη της Λέσβου, που μοιράζει ψάρια στα προσφυγόπουλα. Στη διπλανή πόρτα ή στη διπλανή συνοικία. Δεν έχουν φωτοστέφανο, για να τους ξεχωρίζουμε αμέσως· ίσως το μόνο διακριτικό τους είναι το χαμόγελο. Δεν θα σου πουν δέκα αρχαία ρητά υπέρ φιλοξενίας ούτε έχουν πέσει σε σκέψεις για το ποια η σωστή ετυμολογία της λέξης «άνθρωπος», αφού νοιάζονται προπάντων να επαληθεύσουν την ανθρωπιά, όπως έμαθαν να την εννοούν. Τους αποκαλούμε σύμβολα για να τους τιμήσουμε. Αλλά παραβλέπουμε ότι τα σύμβολα απαιτούν και δεύτερο συμβαλλόμενο για να υπάρξουν: εμάς.
Ανάμεσά μας ζουν όμως και οι τσιγκούνηδες στην ψυχή και οι μισάνθρωποι. Στη διπλανή πόρτα, ίσως και μέσα από τη δική μας, στη διπλανή συνοικία. Ούτε κι αυτοί έχουν κανένα αποκαλυπτικό εξωτερικό γνώρισμα, εκτός αν ανήκουν σε εκκαθαριστικές αγέλες, οπότε η διόγκωση των μυών βαίνει αντίθετα από την ανάπτυξη της εγκεφαλικής ουσίας. Θα τους ακούσεις να βρίζουν τους ξένους, να τους καταλογίζουν τα πάντα, από τη γρίπη μέχρι τον ερντογανισμό, αφού «το άκουσαν και στην τηλεόραση». Ταυτόχρονα ορκίζονται στον Χριστό, που υποτίθεται ότι πιστεύουν, πως δεν είναι ρατσιστές, «απλώς τα γεγονότα δείχνουν...».
Ορισμένοι δεν αρκούνται στο βρισίδι, έξω από σχολεία λ.χ., για να τρομάξουν τα προσφυγόπουλα, ή σε πλατείες νησιών, για να τρομάξουν οι τυχοδιώκτες πολιτευτές και να πάρουν το μέρος τους, αφού έρχονται εκλογές πάσης φύσεως. Προχωρούν και σε σωφρονιστική δράση, για να αποδείξουν ότι του Ελληνος ο τράχηλος ζυγόν δεν υποφέρει. Προπάντων, αν τον ζυγό θέλει να τον επιβάλει ένας ψωροαφγανός ή βρωμοπακιστανός, που, ήμαρτον, απαιτεί τα δεδουλευμένα του. Τέσσερις μήνες δούλευε σε Λαρισαίο κτηνοτρόφο ο Πακιστανός Σαλμάν Ατζούμ. 18 ώρες το εικοσιτετράωρο. Είχε πληρωθεί μόνο τον έναν μήνα, χουβαρνταλίδικα. Κι όταν ζήτησε τα χρωστούμενα, εισέπραξε κλωτσιές και μπουνιές. Τους τις όφειλε ο κτηνοτρόφος, χριστιανός άνθρωπος θα ’ναι, από τον καιρό του Μεγαλέξανδρου.
Αλλοι χρηστοί συμπολίτες μας, στη Θεσσαλονίκη, πέταξαν μολότοφ στο σπίτι Ιρακινών, με οκτώ παιδιά μέσα. Οχι από ρατσισμό. Απλώς για να τους ζεστάνουν. Οσο για τον Νιγηριανό Εμπουκά, που πέθανε στο ανέκαθεν χρηστό Α.Τ. Ομονοίας, αφού «έφταιγε η υγεία του», γιατί οι αστυνομικοί έλεγαν την επομένη στη σύζυγό του ότι δεν ήξεραν απολύτως τίποτε για τον άνθρωπό της; Ή δεν τον μετρούσαν σαν άνθρωπο;
Του Παντελή Μπουκάλα
Ο Αρβανιτάκης ζύμωνε κάθε μέρα εκατοντάδες φραντζόλες έγνοιας για ανθρώπους βασανισμένους. Δεν ρωτούσε ποια η φυλή ή η θρησκεία τους. Γι’ αυτό και τιμήθηκε το 2016 από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή με το βραβείο της Κοινωνίας των Πολιτών. Ο θάνατός του πριν από λίγες ημέρες συγκίνησε πολλούς. Ανάμεσά τους και ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, που τον αποχαιρέτισε χαρακτηρίζοντάς τον σύμβολο μιας «άλλης» Ευρώπης, η οποία όμως σαρώνεται από τα κύματα της μισαλλοδοξίας.
Νωρίτερα, τον Γενάρη είχε πεθάνει η γιαγιά Μαρίτσα. Η γερόντισσα από τη Σκάλα Συκαμνιάς της Λέσβου, που κατέβαινε κάθε μέρα στην ακτή για να υποδεχθεί όσους γλίτωναν από το πέλαγος με τη θερμή αγκαλιά που της δίδαξε η προσφυγική της καταγωγή. Κάποια στιγμή, ο φακός την κατέγραψε μαζί με δύο συνομήλικές της να ταΐζουν με μπιμπερό ένα προσφυγάκι. Με τη φυσική σεμνότητα όσων δεν μολύνθηκαν από έναν κάποιον «πολιτισμό», όταν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος τη συγχάρηκε για τη στάση της, τον ευχαρίστησε με μια ερώτηση που μόνο εκείνοι που κάπως υποτιμητικά αποκαλούνται «απλοί άνθρωποι» μπορούν να την κάνουν και να μην ηχεί ψεύτικη: «Γιατί μου λες μπράβο, παιδί μου; Τι έκανα;».
Την ίδια ερώτηση-απάντηση θα μπορούσε να κάνει ο λιμενικός Κυριάκος Παπαδόπουλος, ο οποίος πέθανε τον Οκτώβριο του 2018, όταν ο πρώην καγκελάριος της Αυστρίας Βέρνερ Φάιμαν τον αποκαλούσε ήρωα. Από οικογένεια με προσφυγικές ρίζες και αυτός, έσωσε χιλιάδες μετανάστες, επειδή έτσι ένιωθε ότι πρέπει να κάνει.
Και τα ίδια θα μπορούσε να πει ο παπα-Στρατής, μακαρίτης από το 2015, που η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ τον τιμούσε ως Καλό Σαμαρείτη, για την απόφασή του να δημιουργήσει την «Αγκαλιά» στην Καλλονή της Λέσβου και να συντρέξει τους πρόσφυγες.
Οι τέσσερις συνάνθρωποί μας δεν κατοικούσαν σε κάποιαν «άλλη Ελλάδα» ή Ευρώπη, παράλληλη στην «κανονική». Συμπολίτες μας ήταν. Εδώ ζούσαν. Μαζί με πολλούς άλλους άξιους και τίμιους, αλλά και με πολλούς που σαγηνεύονται από τα κηρύγματα των μισαλλόδοξων ή ενδίδουν στη «φυσικότητα» του μισοξενισμού.
Η Ελλάδα παίρνει τη μορφή που εμείς της δίνουμε κάθε μέρα, με τη στάση μας, τις διαφορές, τις ιδέες μας. Με τα πρότυπα που επιλέγουμε. Το παράδειγμα των τεσσάρων είναι το μόνο που μπορεί να υψώσει τον τόπο μέσα σε μια βυθιζόμενη Ευρώπη.
Της διπλανής πόρτας
Ανάμεσά μας ζουν όμως και οι τσιγκούνηδες στην ψυχή και οι μισάνθρωποι. Στη διπλανή πόρτα, ίσως και μέσα από τη δική μας, στη διπλανή συνοικία. Ούτε κι αυτοί έχουν κανένα αποκαλυπτικό εξωτερικό γνώρισμα, εκτός αν ανήκουν σε εκκαθαριστικές αγέλες, οπότε η διόγκωση των μυών βαίνει αντίθετα από την ανάπτυξη της εγκεφαλικής ουσίας. Θα τους ακούσεις να βρίζουν τους ξένους, να τους καταλογίζουν τα πάντα, από τη γρίπη μέχρι τον ερντογανισμό, αφού «το άκουσαν και στην τηλεόραση». Ταυτόχρονα ορκίζονται στον Χριστό, που υποτίθεται ότι πιστεύουν, πως δεν είναι ρατσιστές, «απλώς τα γεγονότα δείχνουν...».
Ορισμένοι δεν αρκούνται στο βρισίδι, έξω από σχολεία λ.χ., για να τρομάξουν τα προσφυγόπουλα, ή σε πλατείες νησιών, για να τρομάξουν οι τυχοδιώκτες πολιτευτές και να πάρουν το μέρος τους, αφού έρχονται εκλογές πάσης φύσεως. Προχωρούν και σε σωφρονιστική δράση, για να αποδείξουν ότι του Ελληνος ο τράχηλος ζυγόν δεν υποφέρει. Προπάντων, αν τον ζυγό θέλει να τον επιβάλει ένας ψωροαφγανός ή βρωμοπακιστανός, που, ήμαρτον, απαιτεί τα δεδουλευμένα του. Τέσσερις μήνες δούλευε σε Λαρισαίο κτηνοτρόφο ο Πακιστανός Σαλμάν Ατζούμ. 18 ώρες το εικοσιτετράωρο. Είχε πληρωθεί μόνο τον έναν μήνα, χουβαρνταλίδικα. Κι όταν ζήτησε τα χρωστούμενα, εισέπραξε κλωτσιές και μπουνιές. Τους τις όφειλε ο κτηνοτρόφος, χριστιανός άνθρωπος θα ’ναι, από τον καιρό του Μεγαλέξανδρου.
Αλλοι χρηστοί συμπολίτες μας, στη Θεσσαλονίκη, πέταξαν μολότοφ στο σπίτι Ιρακινών, με οκτώ παιδιά μέσα. Οχι από ρατσισμό. Απλώς για να τους ζεστάνουν. Οσο για τον Νιγηριανό Εμπουκά, που πέθανε στο ανέκαθεν χρηστό Α.Τ. Ομονοίας, αφού «έφταιγε η υγεία του», γιατί οι αστυνομικοί έλεγαν την επομένη στη σύζυγό του ότι δεν ήξεραν απολύτως τίποτε για τον άνθρωπό της; Ή δεν τον μετρούσαν σαν άνθρωπο;
Του Παντελή Μπουκάλα
Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου