Το πολίτευμα που έως σήμερα αποτελούσε τον άξονα της πολιτειακής συγκρότησης και της κοινωνικής στελέχωσης και οργάνωσης θεωρείται λήξαν. Η δόμηση του πολιτειακού κράτους σήμερα και της κοινωνίας πραγματώνονται υπό την Προεδρευόμενη Δημοκρατία της Χούντας. Έχοντας αντικαταστήσει την παλαιότερη μορφή πολιτεύματος αποτελεί ταυτόχρονα αδιαπραγμάτευτη κατάκτηση και απειλή.
Τα παιδιά και τα εγγόνια της έχουν αρχίσει ήδη να ανατρέφονται και να μεγαλώνουν παρασιτώντας σε βάρος της δικής μας ζωής, αλλά κυρίως σε βάρος των δικών μας μικρών παιδιών, των οποίων τα παιδικά χρόνια είναι μαρτυρικά καταδικασμένα και αναμφισβήτητα υπονομευμένα και υποθηκευμένα εξαιτίας λαθών των γονέων τους και του κράτους τους.
Παιδιά της Προεδρευόμενης Δημοκρατίας της Χούντας είναι η εκλογή κυβέρνησης όχι απ’ το λαό αλλά από τα ίδια τα κόμματα, η ανάθεση της πρωθυπουργίας σε πρόσωπο που κανείς δεν επέλεξε και η αναγωγή της αστυνομίας ταυτόχρονα σε όργανο υπέρ του πολίτη και τρομοκράτη κατά του λαού. Εγγόνια της Προεδρευόμενης Δημοκρατίας της Χούντας είναι κυρίως αυτά που αφορούν στη δράση του κοινωνικού κράτους και των πολιτών και συνήθως εκδηλώνονται ως δημόσια ή πολιτική ανυπακοή, ως ανεξέλεγκτη πρακτική εφαρμογή της κοινωνικότητας και ως αλλοίωση κοινωνικών αρχών – όπως ο αυτοσεβασμός, η αξιοπρέπεια, το φιλότιμο.
Επειδή τα παιδιά της Προεδρευόμενης Δημοκρατίας της Χούντας έχουν ήδη γίνει ενήλικες που κυριολεκτικά σημαίνει μειωμένες πιθανότητες διόρθωσής τους, το κέντρο της προσοχής και του ενδιαφέροντος πρέπει να μετατοπιστεί στα εγγόνια της. Κι αυτό, διότι μόνο σ’ αυτά υπάρχει πλέον η δυνατότητα παρέμβασής μας με στόχο την ανασκευή τους και τον προσδιορισμό τους από κατευθύνσεις γόνιμες και αναγκαίες για το κοινό καλό.
Αν σταθούμε στην πολιτική ανυπακοή θα δούμε ότι αυτή εμφανίζεται υπό το ένδυμα του ότι «οι νόμοι μπορούν να αλλάζουν, όταν μία κρίσιμη κοινωνική μάζα δεν πειθαρχεί σ’ αυτούς». Η ανεξέλεγκτη πρακτική εφαρμογή της κοινωνικότητας προκύπτει από την αντίληψη «ο πολίτης, όποτε του κατεβαίνει, έχει δικαίωμα να μην τηρεί έναν νόμο, εφόσον στα δικά του μάτια και μόνο φαντάζει άδικος και δεν τον συμφέρει». Όσο για την αλλοίωση του αυτοσεβασμού και της αξιοπρέπειας, το πού έχουν χαθεί το ξέρουμε όλοι μας…
Για όλα αυτά τα εγγόνια της Προεδρευόμενης Δημοκρατίας της Χούντας βεβαίως και το μεγάλο μερίδιο ευθύνης είναι δικό μας και του καθ’ ενός προσωπικά. Ασφαλώς και έχουμε δικαίωμα εκ του Συντάγματος να μην τηρήσουμε έναν νόμο που θεωρούμε άδικο. Αλλά, σύμφωνα με τον μεγάλο φιλόσοφο Τζον Ρολς, «μία πράξη δημόσιας ανυπακοής προϋποθέτει τρία πράγματα: Πρώτον, να είναι δημόσια. Δεύτερον, να μην εμπεριέχει βία. Τρίτον, ο ίδιος ο παραβάτης να επιδιώξει τη δικαστική δίωξή του, ώστε μέσω της δίκης να δημοσιοποιηθεί το αίτημά του και να ανατραπεί τυχόν άδικος νόμος απ’ τη δικαστική εξουσία».
Στην Ελλάδα, όπως σε όλα τα πράγματα, κρατάμε το μισό της έννοιας. Κάνουμε το πρώτο (δημόσια πράξη), το αντίθετο της δεύτερης προϋπόθεσης (μεταχειριζόμαστε βία) και αποφεύγουμε το τρίτο συνειδητά (δικαστική δίωξη). Το χειρότερο που αναδεικνύεται από την διαπίστωση αυτή είναι η κοινωνική χρεοκοπία. Η παραπάνω διαπίστωση μαρτυρεί και γιατί η φοροδιαφυγή είναι κοινωνικά νομιμοποιημένη. Πρώτο επιχείρημα ότι «όλοι αυτό κάνουν» και δεύτερο ότι «οι πολιτικοί τα τρώνε».
Σε αυτή τη χώρα δεν έχουμε λύσει ακόμα τα στοιχειώδη ζητήματα της κοινωνικής συμβίωσης, όπως η έννοια του νόμου. Αυτά λοιπόν παθαίνει μία χώρα στην οποία κάποιος (είτε έχει εξουσία είτε είναι απλός πολίτης) «κάνει ό,τι γουστάρει». Αυτά κάναμε όλα αυτά τα χρόνια και χρεοκοπήσαμε. Μετά ήρθε και η οικονομική χρεοκοπία ως φυσικό επακόλουθο των εκπροσώπων της Προεδρευόμενης Δημοκρατίας της Χούντας. Ή μήπως πιστεύει κανείς το παραμυθάκι της γιαγιάς ότι «θα ήμαστε οι ίδιοι χαρούμενοι Έλληνες αν πήγαιναν καλά τα οικονομικά»;
Ένας καλλιτένης, ο Άϊ Γουέι Γουέι είπε: «Από μικρή ηλικία άρχισα να αισθάνομαι ότι κάθε άτομο πρέπει να αποτελεί παράδειγμα στην κοινωνία. Οι δικές σου πράξεις ή συμπεριφορά δείχνουν στον κόσμο ποιος είσαι και σε τι είδους κοινωνία θα ήθελες να ζεις».
Αν το σκεφτούμε αυτό, έχω την υποψία ότι δεν θα πρέπει να έχουμε πια απορίες για την κατάντια μας.
Τα παιδιά και τα εγγόνια της έχουν αρχίσει ήδη να ανατρέφονται και να μεγαλώνουν παρασιτώντας σε βάρος της δικής μας ζωής, αλλά κυρίως σε βάρος των δικών μας μικρών παιδιών, των οποίων τα παιδικά χρόνια είναι μαρτυρικά καταδικασμένα και αναμφισβήτητα υπονομευμένα και υποθηκευμένα εξαιτίας λαθών των γονέων τους και του κράτους τους.
Παιδιά της Προεδρευόμενης Δημοκρατίας της Χούντας είναι η εκλογή κυβέρνησης όχι απ’ το λαό αλλά από τα ίδια τα κόμματα, η ανάθεση της πρωθυπουργίας σε πρόσωπο που κανείς δεν επέλεξε και η αναγωγή της αστυνομίας ταυτόχρονα σε όργανο υπέρ του πολίτη και τρομοκράτη κατά του λαού. Εγγόνια της Προεδρευόμενης Δημοκρατίας της Χούντας είναι κυρίως αυτά που αφορούν στη δράση του κοινωνικού κράτους και των πολιτών και συνήθως εκδηλώνονται ως δημόσια ή πολιτική ανυπακοή, ως ανεξέλεγκτη πρακτική εφαρμογή της κοινωνικότητας και ως αλλοίωση κοινωνικών αρχών – όπως ο αυτοσεβασμός, η αξιοπρέπεια, το φιλότιμο.
Επειδή τα παιδιά της Προεδρευόμενης Δημοκρατίας της Χούντας έχουν ήδη γίνει ενήλικες που κυριολεκτικά σημαίνει μειωμένες πιθανότητες διόρθωσής τους, το κέντρο της προσοχής και του ενδιαφέροντος πρέπει να μετατοπιστεί στα εγγόνια της. Κι αυτό, διότι μόνο σ’ αυτά υπάρχει πλέον η δυνατότητα παρέμβασής μας με στόχο την ανασκευή τους και τον προσδιορισμό τους από κατευθύνσεις γόνιμες και αναγκαίες για το κοινό καλό.
Αν σταθούμε στην πολιτική ανυπακοή θα δούμε ότι αυτή εμφανίζεται υπό το ένδυμα του ότι «οι νόμοι μπορούν να αλλάζουν, όταν μία κρίσιμη κοινωνική μάζα δεν πειθαρχεί σ’ αυτούς». Η ανεξέλεγκτη πρακτική εφαρμογή της κοινωνικότητας προκύπτει από την αντίληψη «ο πολίτης, όποτε του κατεβαίνει, έχει δικαίωμα να μην τηρεί έναν νόμο, εφόσον στα δικά του μάτια και μόνο φαντάζει άδικος και δεν τον συμφέρει». Όσο για την αλλοίωση του αυτοσεβασμού και της αξιοπρέπειας, το πού έχουν χαθεί το ξέρουμε όλοι μας…
Για όλα αυτά τα εγγόνια της Προεδρευόμενης Δημοκρατίας της Χούντας βεβαίως και το μεγάλο μερίδιο ευθύνης είναι δικό μας και του καθ’ ενός προσωπικά. Ασφαλώς και έχουμε δικαίωμα εκ του Συντάγματος να μην τηρήσουμε έναν νόμο που θεωρούμε άδικο. Αλλά, σύμφωνα με τον μεγάλο φιλόσοφο Τζον Ρολς, «μία πράξη δημόσιας ανυπακοής προϋποθέτει τρία πράγματα: Πρώτον, να είναι δημόσια. Δεύτερον, να μην εμπεριέχει βία. Τρίτον, ο ίδιος ο παραβάτης να επιδιώξει τη δικαστική δίωξή του, ώστε μέσω της δίκης να δημοσιοποιηθεί το αίτημά του και να ανατραπεί τυχόν άδικος νόμος απ’ τη δικαστική εξουσία».
Στην Ελλάδα, όπως σε όλα τα πράγματα, κρατάμε το μισό της έννοιας. Κάνουμε το πρώτο (δημόσια πράξη), το αντίθετο της δεύτερης προϋπόθεσης (μεταχειριζόμαστε βία) και αποφεύγουμε το τρίτο συνειδητά (δικαστική δίωξη). Το χειρότερο που αναδεικνύεται από την διαπίστωση αυτή είναι η κοινωνική χρεοκοπία. Η παραπάνω διαπίστωση μαρτυρεί και γιατί η φοροδιαφυγή είναι κοινωνικά νομιμοποιημένη. Πρώτο επιχείρημα ότι «όλοι αυτό κάνουν» και δεύτερο ότι «οι πολιτικοί τα τρώνε».
Σε αυτή τη χώρα δεν έχουμε λύσει ακόμα τα στοιχειώδη ζητήματα της κοινωνικής συμβίωσης, όπως η έννοια του νόμου. Αυτά λοιπόν παθαίνει μία χώρα στην οποία κάποιος (είτε έχει εξουσία είτε είναι απλός πολίτης) «κάνει ό,τι γουστάρει». Αυτά κάναμε όλα αυτά τα χρόνια και χρεοκοπήσαμε. Μετά ήρθε και η οικονομική χρεοκοπία ως φυσικό επακόλουθο των εκπροσώπων της Προεδρευόμενης Δημοκρατίας της Χούντας. Ή μήπως πιστεύει κανείς το παραμυθάκι της γιαγιάς ότι «θα ήμαστε οι ίδιοι χαρούμενοι Έλληνες αν πήγαιναν καλά τα οικονομικά»;
Ένας καλλιτένης, ο Άϊ Γουέι Γουέι είπε: «Από μικρή ηλικία άρχισα να αισθάνομαι ότι κάθε άτομο πρέπει να αποτελεί παράδειγμα στην κοινωνία. Οι δικές σου πράξεις ή συμπεριφορά δείχνουν στον κόσμο ποιος είσαι και σε τι είδους κοινωνία θα ήθελες να ζεις».
Αν το σκεφτούμε αυτό, έχω την υποψία ότι δεν θα πρέπει να έχουμε πια απορίες για την κατάντια μας.
Γ.Φ.Ξ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου