Ο θάνατος του Ζακ Κωστόπουλου (ναι, είχε και όνομα ο άνθρωπος που έχασε τη ζωή του από λιντσάρισμα δίπλα στην Ομόνοια) αποτελεί όριο για την περίοδο που ζούμε στην Ελλάδα.
Είναι η έκφραση του εκφασισμού μιας κοινωνίας που σαπίζει κι επειδή δεν έχει σε τίποτα να ελπίζει κλωτσάει μέχρι θανάτου όποιον βρεθεί σε αδύναμη θέση μπροστά της. Κλωτσάει ποιον; Τον κλέφτη; Όχι τον «σκέτο κλέφτη», αλλά τον αδύναμο, άλλοτε «το πρεζάκι», άλλοτε «τον βρωμομετανάστη», αρκεί αυτός να είναι κάτω και να μπορεί να τον κλωτσήσει χωρίς να διακινδυνεύσει τίποτα.
Κι αν τολμήσεις να πεις μια κουβέντα για όλα αυτά έρχεται ο νοικοκυραίος και (από τον καναπέ του) δίνει τα συγχαρητήρια στους νοικοκυραίους του λιντσαρίσματος: «Καλά του κάνανε του πούστη». Και στη συνέχεια έρχεται ο άλλος, ο πιο «ψαγμένος» νοικοκυραίος (που «κρυφακούει» ευχάριστα τους ναζί της Χρυσής Αυγής) και κάνει θεωρία το λιντσάρισμα μέχρι θανάτου: «Ήταν αυτοάμυνα»!
Κι εάν αναρωτηθείς τι έκανε η αστυνομία – μέρα μεσημέρι στην Ομόνοια η οποία αστυνομοκρατείται – για να αποτρέψει έναν θάνατο μπροστά στα μάτια της, τότε γίνεσαι «συνένοχος στην ανομία και την εγκληματικότητα»! Κι αν το πάρεις «ανάποδα» κι αρχίσεις και λες άλλα τότε «είσαι με τον κλέφτη ενάντια στους νομοταγείς πολίτες». Ποια άλλα;
Πόσοι από αυτούς τους νοικοκυραίους, που χαίρονται με τις κλωτσιές μέχρι θανάτου, «απλά» φώναξαν ενάντια σε όλους εκείνους που τους διέλυσαν τη ζωή, τη ζωή των παιδιών τους; Πόσοι από αυτούς θα μπορούσαν να φωνάξουν (όχι να σηκώσουν χέρι, να φωνάξουν!) μπροστά σε εκείνους τους «νόμιμους μεγαλοκλέφτες»; Πόσοι από αυτούς θα έμπαιναν στη μέση και θα φώναζαν μπροστά στα τάγματα εφόδου της Χρυσής Αυγής, που κυκλοφορούν ελεύθερα, όταν κλωτσάνε μέχρι θανάτου ανθρώπους μόνο και μόνο επειδή είναι «ξένοι»;
Δύσκολες ερωτήσεις, νοικοκυραίε κι άρχισαν τα «ναι, αλλά…». Χωρίς τα «ναι, αλλά» υπάρχει και μια άλλη ερώτηση: Εντάξει; Όλα καλά; Την «καθαρίζεις» την κοινωνία «σου», νοικοκυραίε; Η αλήθεια, βέβαια, είναι αλλού και όταν την ακούς έχεις έτοιμες τις βολεμένες κραυγές σου. Η αλήθεια είναι πως για την (μικρο)ιδιοκτησία σου μπορεί και να σκοτώσεις, για τη ζωή σου την ίδια δεν σηκώνεις καν τον τόνο της φωνή σου.
Τελειώνουμε αυτό το κείμενο με τον ίδιο τρόπο που το ξεκινήσαμε με την προσθήκη μόνο μιας φράσης: Ο θάνατος του Ζακ Κωστόπουλου (ναι, είχε και όνομα ο άνθρωπος που έχασε τη ζωή του από λιντσάρισμα δίπλα στην Ομόνοια) αποτελεί όριο για την περίοδο που ζούμε στην Ελλάδα. Είναι η έκφραση του εκφασισμού μιας κοινωνίας που σαπίζει κι επειδή δεν έχει σε τίποτα να ελπίζει κλωτσάει μέχρι θανάτου όποιον βρεθεί σε αδύναμη θέση μπροστά της.
Αν δεν αντισταθούμε στον εκφασισμό, αν γίνει συνήθεια αυτή η «δημοκρατία», τότε το τέρας του φασισμού θα μας κατασπαράξει, μέρα μεσημέρι στο κέντρο της ζούγκλας που θα έχουμε κατασκευάσει.
Του Γεράσιμου Χολέβα
Είναι η έκφραση του εκφασισμού μιας κοινωνίας που σαπίζει κι επειδή δεν έχει σε τίποτα να ελπίζει κλωτσάει μέχρι θανάτου όποιον βρεθεί σε αδύναμη θέση μπροστά της. Κλωτσάει ποιον; Τον κλέφτη; Όχι τον «σκέτο κλέφτη», αλλά τον αδύναμο, άλλοτε «το πρεζάκι», άλλοτε «τον βρωμομετανάστη», αρκεί αυτός να είναι κάτω και να μπορεί να τον κλωτσήσει χωρίς να διακινδυνεύσει τίποτα.
Κι αν τολμήσεις να πεις μια κουβέντα για όλα αυτά έρχεται ο νοικοκυραίος και (από τον καναπέ του) δίνει τα συγχαρητήρια στους νοικοκυραίους του λιντσαρίσματος: «Καλά του κάνανε του πούστη». Και στη συνέχεια έρχεται ο άλλος, ο πιο «ψαγμένος» νοικοκυραίος (που «κρυφακούει» ευχάριστα τους ναζί της Χρυσής Αυγής) και κάνει θεωρία το λιντσάρισμα μέχρι θανάτου: «Ήταν αυτοάμυνα»!
Κι εάν αναρωτηθείς τι έκανε η αστυνομία – μέρα μεσημέρι στην Ομόνοια η οποία αστυνομοκρατείται – για να αποτρέψει έναν θάνατο μπροστά στα μάτια της, τότε γίνεσαι «συνένοχος στην ανομία και την εγκληματικότητα»! Κι αν το πάρεις «ανάποδα» κι αρχίσεις και λες άλλα τότε «είσαι με τον κλέφτη ενάντια στους νομοταγείς πολίτες». Ποια άλλα;
Πόσοι από αυτούς τους νοικοκυραίους, που χαίρονται με τις κλωτσιές μέχρι θανάτου, «απλά» φώναξαν ενάντια σε όλους εκείνους που τους διέλυσαν τη ζωή, τη ζωή των παιδιών τους; Πόσοι από αυτούς θα μπορούσαν να φωνάξουν (όχι να σηκώσουν χέρι, να φωνάξουν!) μπροστά σε εκείνους τους «νόμιμους μεγαλοκλέφτες»; Πόσοι από αυτούς θα έμπαιναν στη μέση και θα φώναζαν μπροστά στα τάγματα εφόδου της Χρυσής Αυγής, που κυκλοφορούν ελεύθερα, όταν κλωτσάνε μέχρι θανάτου ανθρώπους μόνο και μόνο επειδή είναι «ξένοι»;
Δύσκολες ερωτήσεις, νοικοκυραίε κι άρχισαν τα «ναι, αλλά…». Χωρίς τα «ναι, αλλά» υπάρχει και μια άλλη ερώτηση: Εντάξει; Όλα καλά; Την «καθαρίζεις» την κοινωνία «σου», νοικοκυραίε; Η αλήθεια, βέβαια, είναι αλλού και όταν την ακούς έχεις έτοιμες τις βολεμένες κραυγές σου. Η αλήθεια είναι πως για την (μικρο)ιδιοκτησία σου μπορεί και να σκοτώσεις, για τη ζωή σου την ίδια δεν σηκώνεις καν τον τόνο της φωνή σου.
Τελειώνουμε αυτό το κείμενο με τον ίδιο τρόπο που το ξεκινήσαμε με την προσθήκη μόνο μιας φράσης: Ο θάνατος του Ζακ Κωστόπουλου (ναι, είχε και όνομα ο άνθρωπος που έχασε τη ζωή του από λιντσάρισμα δίπλα στην Ομόνοια) αποτελεί όριο για την περίοδο που ζούμε στην Ελλάδα. Είναι η έκφραση του εκφασισμού μιας κοινωνίας που σαπίζει κι επειδή δεν έχει σε τίποτα να ελπίζει κλωτσάει μέχρι θανάτου όποιον βρεθεί σε αδύναμη θέση μπροστά της.
Αν δεν αντισταθούμε στον εκφασισμό, αν γίνει συνήθεια αυτή η «δημοκρατία», τότε το τέρας του φασισμού θα μας κατασπαράξει, μέρα μεσημέρι στο κέντρο της ζούγκλας που θα έχουμε κατασκευάσει.
Του Γεράσιμου Χολέβα
Ημεροδρόμος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου